Συνέντευξη της Έφης Αχτσιόγλου, Κοινοβουλευτικής Εκπροσώπου της Νέας Αριστεράς, στην ΑΥΓΗ της Κυριακής
- Αποτελεί η τροπολογία για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη ιδεολογική ήττα της Αριστεράς και νίκη της συντηρητικής παράταξης;
Όχι, σε καμία περίπτωση. Η διάταξη για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη έχει σαφή χαρακτηριστικά. Δεν αποσκοπεί επ’ ουδενί στην προστασία του μνημείου. Αποσκοπεί στην προστασία της κυβέρνησης. Έχει στόχο να απαγορεύσει τις διαδηλώσεις μπροστά στη Βουλή. Να μετατρέψει τον συγκεκριμένο χώρο σε υγειονομική ζώνη, χωρίς εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, χωρίς κινητοποιήσεις, να τον αποκόψει από τους λαϊκούς αγώνες. Αυτό δείχνει φόβο, όχι ηγεμονία.
Προφανώς η απαγόρευση άσκησης του δικαιώματος της συνάθροισης είναι και αντισυνταγματική, ενώ είναι απαράδεκτη η στρατιωτικοποίηση ενός δημόσιου πολιτικού χώρου. Το κρισιμότερο, όμως, δεν είναι καν αυτό.
Η τροπολογία ήρθε ως εκδίκηση στην απεργία πείνας του Πάνου Ρούτσι και ως απόπειρα να πάρει ρεβάνς η κυβέρνηση για την πολιτική ήττα που υπέστη εκεί. Τούτο αποδεικνύει ακόμη μια φορά ότι αποτελεί πράξη αυταρχισμού και φόβου. Όχι ιδεολογικής νίκης.
Να είστε βέβαιος ωστόσο ότι στην πράξη θα μείνει ανεφάρμοστη. Κανείς ποτέ δεν προστατεύθηκε διά νόμου από έναν λαό που κινητοποιείται για δικαιοσύνη, για δημοκρατία, για να κάνει τη ζωή του καλύτερη.
- Παρά την κυβερνητική φθορά, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως κανένας από τους υπάρχοντες πολιτικούς σχηματισμούς δεν φαίνεται να απειλεί τη γαλάζια ηγεμονία. Γιατί συμβαίνει αυτό και πώς μπορεί να απαντηθεί από τις προοδευτικές δυνάμεις;
Η δυσαρέσκεια απέναντι στην κυβερνητική πολιτική είναι δεδομένη, εύλογη και εντεινόμενη: Από τη μία η ακρίβεια, οι χαμηλοί μισθοί, η 13ωρη εργασία, οι απλήρωτες υπερωρίες, οι fast track προσλήψεις και απολύσεις εντός 48 ωρών, η στεγαστική κρίση. Από την άλλη τα ατέλειωτα γαλάζια σκάνδαλα, η ακραία συγκάλυψη και οι μεθοδεύσεις, από τις υποκλοπές και το έγκλημα των Τεμπών μέχρι το ναυάγιο της Πύλου και τον ΟΠΕΚΕΠΕ, τα 2/3 των πολιτών ταλαιπωρούνται και η χώρα βρίσκεται σε βαθύτατη κρίση: θεσμική, πολιτική, ηθική.
Η απάντηση ακόμη δεν έρχεται με τρόπο απειλητικό για τη Ν.Δ., διότι η αριστερή προοδευτική αντιπολίτευση βρίσκεται επίσης σε κρίση. Κι αυτή ταλαιπωρείται από εσωστρέφεια, αντιπαραθέσεις γύρω από το παρελθόν, φοβικές αντιλήψεις που επιτείνουν τον κατακερματισμό. Χρειάζεται ένα ισχυρό σοκ. Όχι παράταση της ακινησίας. Ένα σοκ συσπείρωσης, μαχητικού στίγματος, υπέρβασης ανταγωνισμών, προγραμματικής αυτοπεποίθησης. Τέτοιο που να στείλει το σήμα στους πολίτες ότι μπορεί να υπάρξει σήμερα πραγματική εναλλακτική απέναντι στη Δεξιά. Το νόημα δεν είναι τι ποσοστό θα καταγράψει κάθε κόμμα του ευρύτερου χώρου. Αν θα είναι 3% ή 5% ή 8%. Αυτά ελάχιστη σημασία έχουν. Το ζήτημα είναι να αμφισβητηθεί η κυριαρχία της Δεξιάς.
- Πώς βλέπετε μια πιθανή επιστροφή Τσίπρα; Θα μπορούσε το κόμμα σας να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με τον πρώην πρωθυπουργό και να χαράξετε εκ νέου μια κοινή πορεία;
Η υπόθεση της συγκρότησης μιας εναλλακτικής προς τη Δεξιά αποτελεί για όλους μας πρόκληση και καθήκον. Δύο είναι, κατά τη γνώμη μου, οι κρίσιμοι άξονες στη βάση των οποίων θα κριθούν κάθε πολιτικός σχηματισμός, τωρινός ή μελλοντικός, αλλά και κάθε πολιτική πρωτοβουλία. Πρώτον, να λειτουργεί στην κατεύθυνση της συσπείρωσης δυνάμεων. Δεύτερον, να τοποθετείται προγραμματικά πλήρως αντιπαραθετικά στη Δεξιά, όχι μόνο στο επίπεδο των επιμέρους προτάσεων, αλλά και της πολιτικής στρατηγικής. Στο βαθμό που οι πρωτοβουλίες του κ. Τσίπρα κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση, δεν μπορούν παρά να μας αφορούν. Κοιτάξτε, το αυθόρμητο και πιεστικό αίτημα των πολιτών είναι να γίνει επιτέλους κάτι στον προοδευτικό και αριστερό χώρο, κάτι μαζικό και ενωτικό που θα αμφισβητήσει την κυριαρχία της Ν.Δ. Από το πόσο παραγωγικοί θα είμαστε απέναντι σ’ αυτό το αίτημα τελικά θα κριθούμε όλοι.
- Υπήρξε συζήτηση το προηγούμενο διάστημα για το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ του 2023. Εν τέλει κοστολόγηση υπήρξε;
Ναι, φυσικά υπήρχε κοστολόγηση. Προσέξτε, κοστολόγηση σημαίνει να έχει μετρηθεί η δημοσιονομική επίπτωση κάθε επιμέρους πρότασης ενός προγράμματος. Τέτοια μέτρηση προφανώς και υπήρξε. Είναι εντελώς διαφορετικό ζήτημα η τυχόν διαφωνία με την οικονομική και πολιτική λογική που υπήρχε πίσω από το πρόγραμμα. Θέλω εδώ να επισημάνω όμως κάτι κρισιμότερο: Κάθε συζήτηση περί κοστολόγησης και δημοσιονομικού χώρου έχει δύο διαστάσεις. Η μία διάσταση έχει τεχνικό χαρακτήρα και αναφέρεται στην κοστολόγηση των εκάστοτε μέτρων, δηλαδή τη δημοσιονομική τους επίπτωση. Η άλλη είναι η ταξική/πολιτική διάσταση, το πώς, δηλαδή, θα διατεθεί ο δημοσιονομικός χώρος που υπάρχει, το πού θα κατευθυνθεί. Αν, δηλαδή, θα ευνοηθούν από αυτόν τα λαϊκά στρώματα και οι εργαζόμενοι ή τα υψηλότερα εισοδήματα, οι μεγάλες περιουσίες, οι λίγες μεγάλες επιχειρήσεις.
Δημοσιονομικός χώρος υπήρχε και το 2023 και το 2024 και φέτος. Φέτος μόνο στο 9μηνο έχουμε περίπου 10 δισ. πρωτογενές πλεόνασμα. Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι υπάρχει περιθώριο για μέτρα ύψους τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ. Όμως η Ν.Δ. επικαλούμενη «στενότητα» χώρου ανακοίνωσε στη ΔΕΘ μέτρα μόλις 1,7 δισ. και αυτά ευνοούν πολύ περισσότερο τα υψηλά εισοδήματα και πολύ λιγότερο έως καθόλου τα μεσαία και τα χαμηλά εισοδήματα. Απ’ αυτό και μόνο προκύπτει ότι η υλοποίηση φιλολαϊκών μέτρων δεν αφορά, κυρίως σήμερα, το κόστος, αλλά την πολιτική βούληση. Επομένως, είναι πολύ κρίσιμη η ταξική/πολιτική διάσταση της συζήτησης περί δημοσιονομικού χώρου -που αποδεδειγμένα υπάρχει- και της διάθεσής του.

