Την ώρα που η στεγαστική κρίση πλήττει όλο και περισσότερους, η κυβέρνηση φέρνει προς ψήφιση το Άρθρο 70 του νομοσχεδίου «Διασφάλιση δημοσιονομικής ισορροπίας», το οποίο προβλέπει επιστροφή ενοικίου έως 800 ευρώ ετησίως. Το μέτρο αυτό παρουσιάζεται ως κοινωνική στήριξη, όμως στην πράξη πρόκειται για ένα ακόμα δώρο στους ιδιοκτήτες και στην κερδοσκοπία στην αγορά ακινήτων – δεν είναι πραγματική ανακούφιση των ενοικιαστών.
Σε μια αγορά χωρίς καμία ρύθμιση, όπου τα ενοίκια αυξάνονται ανεξέλεγκτα, η λεγόμενη «επιστροφή» απλώς ενσωματώνεται στις απαιτήσεις των ιδιοκτητών οι οποίοι θα το χρησιμοποιήσουν σαν πρόσχημα για να ζητήσουν και άλλες αυξήσεις των ενοικίων. Δεν μειώνει το βάρος των ενοικιαστών· αντιθέτως, τους επιβαρύνει μακροπρόθεσμα. Η επιδότηση αυτή δεν είναι κοινωνική πολιτική – είναι μηχανισμός διατήρησης μιας άδικης κανονικότητας.
Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους: η Ελλάδα καταγράφει τις χειρότερες επιδόσεις στην ΕΕ όσον αφορά την επιβάρυνση των νοικοκυριών από το κόστος στέγασης. Ένα στα τρία ξοδεύει πάνω από το 40% του εισοδήματός του για ενοίκιο, σχεδόν οι μισοί δεν μπορούν να καλύψουν βασικά έξοδα στέγασης, και οι χαμηλόμισθοι ενοικιαστές σε ποσοστά που αγγίζουν το 90% ξοδεύουν πάνω απ το μισό τους εισόδημα για ενοίκιο
Η αποτυχία τέτοιων πολιτικών είναι ήδη τεκμηριωμένη. Παρόμοιες επιδοτήσεις σε άλλες χώρες, όπως το ιταλικό παράδειγμα του άρθρου 11 του Ν. 431/1998, όχι μόνο δεν προστάτευσαν τους ευάλωτους, αλλά ενίσχυσαν τις προσόδους των ιδιοκτητών και οδήγησαν σε περαιτέρω αύξηση των τιμών.
Η κρίση στη στέγαση δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Είναι το αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών: η πλήρης απουσία δημόσιας πολιτικής για κοινωνική κατοικία, η μετατροπή της κατοικίας σε χρηματοπιστωτικό προϊόν, η ανεξέλεγκτη εξάπλωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων και των επενδυτικών funds, και η ανυπαρξία προστασίας για τους ενοικιαστές έχουν διαμορφώσει μια συνθήκη ασφυξίας.
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, η Νέα Αριστερά προτείνει μια εναλλακτική στρατηγική με δύο άξονες: αυστηρή ρύθμιση της αγοράς με πλαφόν στα ενοίκια, ανώτατα όρια αυξήσεων, μεγαλύτερη ελάχιστη διάρκεια συμβολαίων και έλεγχο της αισχροκέρδειας· και ταυτόχρονα, ανάπτυξη δημόσιων, κοινωνικών και συνεργατικών μορφών κατοικίας, ώστε να διασφαλιστεί προσιτή στέγη για όλους/ες/α, με έμφαση στα νοικοκυριά που δαπανούν πάνω από το 30% του εισοδήματός τους για στέγαση.
Η επιδοματική πολιτική χωρίς πλαίσιο και ρυθμίσεις είναι όχι απλά ανεπαρκής, αλλά επικίνδυνη. Η προτεινόμενη διάταξη δεν αποτελεί λύση – είναι μια ανακύκλωση της κρίσης με νέα ρούχα. Δημόσιο χρήμα κατευθύνεται για ακόμη μια φορά στους λίγους, ενώ οι πολλοί συνεχίζουν να στενάζουν κάτω από το βάρος της ακρίβειας.
Καλούμε την κυβέρνηση να εγκαταλείψει τα επικοινωνιακά τεχνάσματα και να αναμετρηθεί με την πραγματικότητα. Η κοινωνική πίεση δεν κατευνάζεται με ημίμετρα. Χρειάζονται γενναίες, διαρθρωτικές λύσεις για το δικαίωμα στην κατοικία – για να πάψει η στέγη να είναι εμπόρευμα και να ξαναγίνει δικαίωμα.