Δ. Τζανακόπουλος: Η περιφρόνηση της ΝΔ για τους αγώνες των λαϊκών ανθρώπων είναι βαθύτατη

Σημεία από την ομιλία του Ειδικού Αγορητή Δημήτρη Τζανακόπουλου κατά τη συζήτηση επί του σ/ν Υπ. Εργασίας «Δίκαιη Εργασία για Όλους: Απλοποίηση της Νομοθεσίας – Στήριξη στον Εργαζόμενο – Προστασία στην Πράξη – Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις»

Σχολιάζοντας την αδιαθεσία της συναδέλφου από την Ελληνική Λύση, τη κυρίας Αθανασίου, ο Βουλευτής Δημήτρης Τζανακόπουλος ανέφερε: «Στα στόματα όλων που βρίσκονταν μέσα στην αίθουσα αλλά και δημοσιογράφων και πολιτών που παρακολουθούσαν τη συνεδρίαση ήταν ένα και μόνο πράγμα. Ότι αυτό που συνέβη, δηλαδή η έντονη αδιαθεσία της συναδέλφου, ήταν ακριβώς η απόδειξη του πόσο επικίνδυνο είναι το νομοσχέδιο το οποίο προτείνετε. Και προσέξτε, εμείς εδώ δεν σκάβουμε κάτω από τον ήλιο, Δεν είμαστε πάνω στη σκαλωσιά. Στο γιαπί. Είμαστε σε συνθήκες οι οποίες είναι απολύτως προνομιακές και παρόλα αυτά είδατε πού οδηγούν οι ρυθμίσεις αυτές».

Στη συνέχεια δήλωσε: «Εχθές δώσατε ως κυβέρνηση κανονικό ρεσιτάλ. Το πρωί δείρατε τους γιατρούς και τους υγειονομικούς στο Αττικό για να κάνετε τη φιέστα σας. Δείξατε και τον πραγματικό σας εαυτό. Γιατί την ταξική σας πολιτική, αυτή την ακραία μεροληπτική πολιτική υπέρ των εργοδοτών, τη συνοδεύετε και μια πραγματική περιφρόνηση των φτωχών, των εργαζομένων, των λαϊκών ανθρώπων».

Μάλιστα υπογράμμισε τις δηλώσεις του κυρίου Καιρίδη χθες περί τσαντιριού, κουρελαρίας και σκουπιδαριού  αναφερόμενος στη μάχη που έδινε ο Πάνος Ρούτσι, επειδή του χάλαγε το αστικό ντεκόρ και σημείωσε ο κ. Τζανακόπουλος ότι «η περιφρόνηση για τους αγώνες των λαϊκών ανθρώπων, ακόμα και όταν αυτοί οι αγώνες αφορούν τη δικαίωση των παιδιών τους είναι βαθύτατη». 

Αντίστοιχα ανέφερε στην ομιλία του τις δηλώσεις του κ. Μηταράκη ότι «ο φτωχός ευθύνεται που είναι φτωχός επειδή επέλεξε να μη δουλέψει αρκετά, ο οποίος  εν τέλει το διόρθωσε λέγοντας ότι στην πραγματικότητα ο πλούσιος επιλέγει να γίνει πλούσιος επειδή επιλέγει να δουλέψει πιο σκληρά από αυτόν που είναι φτωχός».

Απευθυνόμενος στην Υπ. Εργασίας σημείωσε: «Όμως κι εσείς, καθ΄ όλη τη διάρκεια της συζήτησης αλλά και στις παρεμβάσεις σας στα κανάλια εδώ και αρκετές μέρες προσπαθείτε να πείσετε ότι ο εργαζόμενος ελεύθερα θα επιλέξει το 13ωρο, θα επιλέξει τους όρους και τις συνθήκες της υπαγωγής του στο κεφάλαιο, δηλαδή της εκμετάλλευσης του. Αυτά που πλασάρετε ως φρέσκα, ως καινούργια, ότι δηλαδή ο εργαζόμενος ελεύθερα επιλέγει τους όρους της εργασίας του, είναι τόσο παλιά όσο το ίδιο το κεφάλαιο. Είναι τόσο παλιά όσο η ίδια η αστική τάξη».

Επ΄ αυτού ανέγνωσε ο Δ. Τζανακόπουλος ένα απόσπασμα από ένα βιβλίο που είχε εκδοθεί το 1867 σύμφωνα με το οποίο  “Η σφαίρα της κυκλοφορίας ή της ανταλλαγής εμπορευμάτων που μέσα της κινείται η αγορά και η πώληση της εργατικής δύναμης ήταν στην πραγματικότητα αληθινή Εδέμ για τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου. Εδώ κυριαρχούν μόνο η ελευθερία, η ισότητα, η ιδιοκτησία και ο Μπένθαμ, ένας Άγγλος ωφελιμιστής φιλόσοφος. Ελευθερία. Επειδή ο αγοραστής και ο πωλητής ενός εμπορεύματος, της εργατικής δύναμης υποτάσσονται μόνο στην ελεύθερη βούλησή τους. Συμβάλλονται σαν ελεύθερα, νομικώς ισότιμα πρόσωπα. Το συμβόλαιο είναι το τελικό αποτέλεσμα στο οποίο οι θελήσεις τους βρίσκουν μια κοινή νομική έκφραση. Ισότητα. Επειδή σχετίζονται μεταξύ τους μόνο σαν κάτοχοι εμπορευμάτων και ανταλλάσσουν ισοδύναμο με ισοδύναμο. Ιδιοκτησία. Επειδή ο καθένας εξουσιάζει μόνο αυτό που είναι δικό του. Μπένθαμ επειδή ο καθένας νοιάζεται μόνο για τον εαυτό του. Η μόνη δύναμη που τους συνδέει και τους σχετίζει είναι η δύναμη της ιδιοτέλειας τους, του προσωπικού κέρδους, των ατομικών τους συμφερόντων. Και ακριβώς επειδή ο καθένας φροντίζει μόνο για τον εαυτό του και κανένας για τον άλλο, επιτελούν όλοι εξαιτίας μιας προκαθορισμένης αρμονίας των πραγμάτων ή κάτω από τα κελεύσματα μιας παμπόνηρης πρόνοιας μόνο το έργο του αμοιβαίου τους οφέλους, της κοινής ωφέλειας, του γενικού συμφέροντος. Αποχωρώντας απ΄ αυτή τη σφαίρα της απλής κυκλοφορίας ή της ανταλλαγής εμπορευμάτων από την οποία ο χυδαίος οπαδός του ελεύθερου εμπορίου δανείζεται τις έννοιες και τους κανόνες του σχετικά με την κοινωνία του κεφαλαίου και της μισθωτής εργασίας, όπως φαίνεται, μεταβάλλονται κιόλας τα πρόσωπα του δράματος. Ο πρώην κάτοχος χρήματος προπορεύεται σαν κεφαλαιοκράτης και ο κάτοχος της εργατικής δύναμης τον ακολουθεί σαν εργάτης του. Ο πρώτος με ένα πολυσήμαντο μειδίαμα και πολυάσχολος. Ο δεύτερος συνεσταλμένος, διστακτικός. Σαν τον άνθρωπο που φέρνει στην αγορά μόνο το ίδιο του το τομάρι και ξέρει ότι αυτό που τον περιμένει είναι μόνο το γδάρσιμο». 

Και κατέξηξε στο εξής συμπέρασμα: «Αυτό ακριβώς έλεγε πριν 150 περίπου χρόνια, ο Κάρολος Μαρξ στο Κεφάλαιο για τη σχέση ελευθερίας και ισότητας που κυριαρχεί στην αγορά στη βάση της οποίας κρίνετε εσείς την υποτιθέμενη ελεύθερη υπαγωγή του εργαζομένου στον εργοδότη του. Τόσο παλιά είναι αυτά που λέτε. Και αυτό το οποίο κάνει ακριβώς αυτό το νομοσχέδιο είναι να ετοιμάζει ακόμα χειρότερους όρους γδαρσίματος για τους εργαζόμενους σε αυτήν εδώ τη χώρα».