Μιλώντας στην Ολομέλεια επί του νομοσχεδίου για την ενσωμάτωση Οδηγίας για κοινό επίπεδο κυβερνοασφάλειας στην ΕΕ, η Θεανώ Φωτίου τόνισε:
Φέρνετε σήμερα εκπρόθεσμα για ενσωμάτωση την Οδηγία που έπρεπε να έχει εφαρμοστεί πλήρως από τις 17 Οκτωβρίου, γιατί θέλετε να στήσετε ένα μηχανισμό κυβερνοασφάλειας υπό τον απόλυτο έλεγχο της κυβέρνησης, για να μην κινδυνέψετε στο μέλλον να αποκαλυφθούν υποθέσεις τύπου predator. Για αυτό δημιουργήσατε από τον Φεβρουάριο την Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας, έναν φορέα ούτε ανεξάρτητη Αρχή ούτε «κανονικό» ΝΠΔΔ, με διοίκηση και οργάνωση όπως της ΕΥΠ.
Γι αυτό αφαιρείτε με το άρθρο 32 τις αρμοδιότητες της κυβερνοασφάλειας από την ΑΔΑΕ, που σας άσκησε δριμεία κριτική για το predator και τη μετατρέπετε σε έναν απλό φορέα εμπλεκόμενο όπως οι επιχειρήσεις και οι υπόλοιποι οργανισμοί του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα στην υλοποίηση της Οδηγίας. Ετσι, υπάγετε μια Αρχή που δημιουργήθηκε από το Σύνταγμα και που η διοίκησή της ορίζεται και εποπτεύεται από το Κοινοβούλιο, υπό τη δικαιοδοσία της Αρχής Κυβερνοασφάλειας, ενός απλού Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου που ο διοικητής του ορίζεται από το κυβερνητικό Συμβούλιο και ο υποδιοικητής από τον Υπουργό. Σύσσωμη η αντιπολίτευση ζήτησε να αφαιρεθεί το άρθρο 32 από το νομοσχέδιο και να παραμείνει η ΑΔΑΕ ως μια από τις τρεις αρχές κυβερνοασφάλειας, μαζί με την ΕΑΚ και την Αρχή Προσωπικών Δεδομένων, αλλιώς ολόκληρο το σχήμα της κυβερνοασφάλειας είναι επισφαλές και αναποτελεσματικό.
Αυτή την πρόθεση για ένα κλειστό σύστημα κυβερνοασφάλειας που δεν αντανακλά το πνεύμα της Οδηγίας για συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών, ανατανακλούν όλα τα άρθρα του νομοσχεδίου. Για παράδειγμα, στην ουσία αφαιρείτε το δημόσιο τομέα από την αρμοδιότητα της ΕΑΚ, αφού υπεύθυνη για την ασφάλεια υπολογιστών και δικτύων του είναι η ΕΥΠ που η κανονικά θα έπρεπε να ασχολείται αποκλειστικά με την Εθνική Ασφάλεια.
Επιπλέον, στη χώρα υπάρχει μεγάλο ποσοστό ψηφιακού αναλφαβητισμού και μόνον οι μεγάλες επιχειρήσεις με πάνω από 50 εργαζόμενους, μπορούν στοιχειωδώς να ανταποκριθούν στις οι απαιτήσεις της Οδηγίας, οι μικρομεσαίες, οι διατροφικές αλυσίδες κ.λπ. είναι αδύνατον. Ομως εξίσου ανέτοιμη είναι η ίδια η Αρχή Κυβερνοασφάλειας που διαθέτει μόνον τους υπαλλήλους που πήρε από τη Γενική Δ/νση κυβερνοασφάλειας του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και δεν διαθέτει καμία σύγχρονη υποδομή κατά των κυβερνοεπιθέσεων. Μάλιστα, από το Φεβρουάριο που θεωρητικά ιδρύθηκε, δεν έχει αποκτήσει ούτε δικό της ιστότοπο. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι πιθανό να ανταποκριθεί η χώρα μας στις προθεσμίες υποχρεώσεων έναντι της ΕΕ που προκύπτουν από την Οδηγία, όπως τη Μητρώο οντοτήτων, ο μηχανισμός κυρώσεων και προστίμων, ή το Εθνικό Σχέδιο για μεγάλα περιστατικά.
Τέλος, αναφερόμενη στο άρθρο 36 που αφορά προθεσμίες αμφισβήτησης εγγραφών με ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη», όπως στην Κέρκυρα, στο Κτηματολόγιο, η βουλεύτρια επισήμανε ότι: «με την παράταση κάποιων προθεσμιών προσπαθείτε να καλύψετε το τεράστιο πρόβλημα που έχετε δημιουργήσει σε αυτό το ΝΠΔΔ. Κρατούσατε στη θέση τους παράνομα μια προσωρινή διοίκηση και τη νομιμοποιήσατε εκ των υστέρων με τροπολογία σε άσχετο νομοσχέδιο, αρνείστε να ακούσετε τα προβλήματα στη λειτουργία του φορέα που σας εκθέτει ο Σύλλογος Υπαλλήλων, προσπαθήσατε να αδρανοποιήσετε τους συνδικαλιστές καταργώντας τις μονάδες που υπηρετούν από το οργανόγραμμα του φορέα, εμείνατε να μην παραστούν στην ακρόαση φορέων στο παρόν νομοσχέδιο. Και, βέβαια, συγχωνεύσατε στο ατελές και ευάλωτο Ψηφιακό Κτηματολόγιο που υπέστη κυβερνοεπίθεση τον Ιούλιο, όλες τις εκκρεμότητες, με άγνωστο μέλλον τακτοποίησης, αδιαφορώντας για το ότι το Κτηματολόγιο είναι ο εγγυητής του συνόλου της δημόσιας και ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας στην ελληνική επικράτεια.
Καταλήγοντας, η Θεανώ Φωτίου δήλωσε ότι για όλους τους παραπάνω λόγους η Νέα Αριστερά δεν θα ψηφίσει το νομοσχέδιο.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΠΛΗΡΗΣ ΟΜΙΛΙΑ
ΘΕΑΝΩ ΦΩΤΙΟΥ
Βουλεύτρια Β3 Νότιου Τομέα Αθήνας Αθήνα, 25 Νοεμβρίου 2024
ΟΜΙΛΙΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Στο Σ/Ν Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 ….. και άλλες διατάξεις»
Φέρνετε σήμερα εκπρόθεσμα για ενσωμάτωση την Οδηγία για κοινό επίπεδο κυβερνοσφάλειας στην ΕΕ που η πλήρης εφαρμογή της έπρεπε να έχει γίνει πριν τις 17 Οκτωβρίου. Φροντίσατε όμως να ιδρύσετε από τον Φεβρουάριο του 2024 την Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας ως το κοινό εθνικό σημείο επαφής που η Οδηγία προβλέπει, επικαλούμενοι μάλιστα τότε την προθεσμία του Οκτωβρίου. Η Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας που ιδρύσατε 9 μήνες πριν είναι ένας ιδιότυπος φορέας, ούτε ανεξάρτητη Αρχή, ούτε «κανονικό» ΝΠΔΔ, διαρθρωμένο σε ό,τι αφορά τη διοίκηση και την οργάνωσή του στα πρότυπα της ΕΥΠ. Ενα σχήμα κλειστό, με στεγανά, που δεν έχει σχέση με τον φορέα που περιγράφεται στην Οδηγία και που πρέπει να είναι ανοιχτό σε συνεργασίες και ανταλλαγή πληροφοριών, στο εσωτερικό της χώρας, διασυνοριακά και διευρωπαϊκά.
Για την ασφάλεια υπολογιστών, δικτύων, τηλεπικοινωνιών, ψηφιακών εφαρμογών, και των ίδιων των πολιτών, των προσωπικών τους δεδομένων και συνομιλιών έναντι κυβερνοεπιθέσεων, η δυσυπόστατη αυτή αρχή οφείλει αναγκαστικά να λειτουργεί σε συνεργασία και σε διαρκή διάδραση με δύο Ανεξάρτητες Αρχές, την Αρχή Προσωπικών Δεδομένων και την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, την ΑΔΑΕ. Πόσο μάλλον που μέχρι τώρα, η ΑΔΑΕ, σε εφαρμογή προηγούμενης Οδηγίας, είναι το Εθνικό Σημείο Επαφής για την κυβερνοασφάλεια ήταν η ΑΔΑΕ. Ομως το θέμα με την ΑΔΑΕ περιπλέκεται. Διότι έχετε πρόβλημα με την ύπαρξη της ΑΔΑΕ και την κριτική που σας ασκεί για το σκάνδαλο των υποκλοπών. Και στο άρθρο 3 την εμφανίζετε να αποτελεί απλώς βασική οντότητα, φορέα ή οργάνωση δηλαδή, για την υλοποίηση του νομοσχεδίου. Και ενώ στην παράγραφο 10 του άρθρου 3 προβλέπεται διάταξη εξαίρεσης, και δικαίως, υπέρ της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, δεν προβλέπεται ανάλογη εξαίρεση για την ΑΔΑΕ.
Ετσι, μια Ανεξάρτητη Αρχή που δημιουργήθηκε με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του Συντάγματος, δηλαδή με κανόνα υπέρτερης τυπικής ισχύος από τον κοινό νόμο, τίθεται, σύμφωνα με τα άρθρα 23, 24, 25 και 26 του νομοσχεδίου, υπό την κυριαρχική εξουσία ενός Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, της Αρχής Κυβερνοασφάλειας. Της οποίας ο Διοικητής ορίζεται από το Κυβερνητικό Συμβούλιο και ο υποδιοικητής της από τον Υπουργό, τη στιγμή που η διοίκηση της ΑΔΑΕ εγκρίνεται και ελέγχεται από το Κοινοβούλιο, όπως ορίζει το Σύνταγμα.
Με το άρθρο 32 μάλιστα καταργούνται όλες οι μέχρι σήμερα ισχύουσες αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ ως προς την κυβερνοασφάλεια. >Σύσσωμη η αντιπολίτευση σας ζήτησε την κατάργηση του άρθρου 32.
Ετσι, δεν λαμβάνεται καμία μέριμνα ώστε η ΑΔΑΕ να συνεχίσει να αποτελεί, όπως είναι και σκόπιμο και νομικά επιβεβλημένο, τη μία από τις τρεις Αρχές που διασφαλίζουν την κυβερνοασφάλεια στον ελλαδικό χώρο και τη συνεργασία και επικοινωνία με τις αντίστοιχες Αρχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως πολύ ωραία, πιστεύω, το είπε στη διαβούλευση των φορέων, ο καθηγητής κυβερνοασφάλειας κ. Γκρίτζαλης. Δηλαδή, ότι τρεις είναι οι βασικοί κόμβοι της κυβερνοασφάλειας. Η Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας, η ΑΔΑΕ και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Και σε δική μου ερώτηση τι θα γίνει αν μία από τις τρεις Αρχές αποδυναμώνεται, είπε ότι η ΑΔΑΕ είναι μία από τις τρεις Αρχές – κορυφές του τριγώνου και αν δεν υπάρχει το τρίγωνο καταρρέει, και το έργο της κυβερνοασφάλειας, συνολικά, καθίσταται επισφαλές.
Κύριε Υπουργέ, αρνείστε να κάνετε τις αναγκαίες διορθώσεις όπως σας το έχει ζητήσει όλη η Αντιπολίτευση. Η εμμονή σας να μην το κάνετε, εν γνώσει σας ότι το οικοδόμημα της κυβερνοασφάλειας θα είναι ατελές και επικίνδυνο, μας πείθει ότι στην ουσία πρόκειται για εσκεμμένη ενέργεια περιθωριοποποίησης της ΑΔΑΕ λόγω των θέσεων που υποστήριξε με τον θεσμικό του ρόλο ο Πρόεδρός της στο μεγάλο σκάνδαλο των υποκλοπών. Το predator πλανάται πάνω από την ίδρυση και λειτουργία της Αρχής Κυβερνοασφάλειας
Θα σταθώ τώρα στις σημαντικές παρατηρήσεις που έγιναν από το Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών κατά την ακρόαση των φορέων σχετικά με τις δυνατότητες που έχει, κυρίως ο ιδιωτικός τομέας, να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του νομοσχεδίου. Είπαν ότι στην πλειοψηφία των επιχειρήσεων υπάρχει έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και επαρκούς ανθρώπινου δυναμικού για να εφαρμοστούν μέτρα κυβερνοασφάλειας, κι ότι γενικά στη χώρα επικρατεί ψηφιακός αναλφαβητισμός. Αρα, αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει δυνατότητα να γίνει κατανοητή η Οδηγία, οι απαιτήσεις και οι επιπτώσεις της από όλες τις επιχειρήσεις που τις αφορά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, διατροφικές αλυσίδες κ.λπ. Και ότι τελικά το νομοσχέδιο απευθύνεται μόνο στις μεγάλες επιχειρήσεις άνω των 50 υπαλλήλων, που έχουν κάποια σχετική ετοιμότητα. Συνεπώς απαιτούνται πόροι και ενίσχυση. Δεν είδαμε όμως πουθενά στο νομοσχέδιο την παραμικρή σχετική πρόβλεψη.
Ομως εξίσου ανέτοιμη να αναλάβει το σχεδιασμό και την εποπτεία μέτρων κυβερνοασφάλειας είναι η ίδια η Αρχή Κυβερνοασφάλειας η οποία δεν διαθέτει προσωπικό πέραν των υπαλλήλων που μεταφέρθηκαν σε αυτή από τη Γενική Δ/νση κυβερνοασφάλειας του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και δεν διαθέτει καμία εξελιγμένη σύγχρονη υποδομή για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις στην ασφάλεια υπολογιστών και δικτύων. Αυτή τη στιγμή μιλάμε για μια Αρχή – Πουκάμισο αδειανό, μόνο κατ΄ όνομα υπεύθυνη για την κυβερνοασφάλεια. Ενδεικτικό είναι ότι από την ίδρυσή της τον Φεβρουάριο, μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει καν να έχει δικό της ιστότοπο και φιλοξενείται σε αυτόν του Υπ. Ψηφιακής Διακυβέρνησης σαν να είναι υπηρεσία του.
Γι αυτό και σας λέμε ευθέως ότι αποκλείεται να μπορέσει να ανταποκριθεί η χώρα μας στις προθεσμίες των υποχρεώσεών της προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που απορρέουν από την Οδηγία και που αναφέρονται μέσα στο νομοσχέδιο. Αμφισβητούμε ότι θα συγκεντρώσει μέχρι 17 Ιανουαρίου 2025 όλα τα στοιχεία των ιδιωτικών και δημόσιων φορέων που υπάγονται στο πεδίο του νομοσχεδίου και πρέπει να περιληφθούν στο Μητρώο οντοτήτων του άρθρου 19 ώστε να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή έως τις 17 Απριλίου 2025 όπως ορίζει το άρθρο 4. Αμφισβητούμε ότι θα τα καταφέρει να εκπονήσει το Εθνικό Σχέδιο για Μεγάλα Περιστατικά, να το υποβάλει προς έγκριση στην Επιτροπή Συντονισμού, και να το καταθέσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσα σε 9 μήνες από την ψήφιση του νομοσχεδίου. Για να μην αναφέρουμε ότι στο νομοσχέδιο δεν έχετε καν μεταφέρει την ημερομηνία της 17ης Ιανουαρίου 2025 που, σύμφωνα με το άρθρο 36 της πρωτότυπης Ευρωπαϊκής Οδηγίας, θα πρέπει η Αρχή να έχει κοινοποιήσει στην Επιτροπή όλο το μηχανισμό και τα μέτρα για τις κυρώσεις και τα πρόστιμα. Προφανώς το παραλείψατε γιατί είστε κι εσείς σίγουροι ότι αποκλείεται να είστε συνεπείς.
Γενικά, όλα τα άρθρα του νομοσχεδίου διαπερνώνται από την αίσθηση ότι κάνετε μια μονομερή ενσωμάτωση που δεν αντανακλά το πνεύμα της Επιτροπής για συνεργασία, ανταλλαγή διασυνοριακών και διευρωπαϊκών πληροφοριών, για επίτευξη του περίφημου κοινού επιπέδου κυβερνοασφάλειας. Αντίθετα φροντίζετε ιδιαιτέρως να εξασφαλίζετε σε πολλά σημεία τη δυνατότητα του κράτους να περιορίζει την επικοινωνία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο άρθρο 10 η ΕΑΚ ορίζεται ως αρμόδια αρχή απόκρισης για συμβάντα ασφάλειας υπολογιστών μόνον για τον ιδιωτικό τομέα, ενώ για όλο το στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα αρμόδια παραμένει αποκλειστικά η ΕΥΠ. Που εκ του νόμου αρμοδιότητά της είναι μόνον η Εθνική Ασφάλεια Αλλη μια απόδειξη ότι η Οδηγία ενσωματώνεται μονομερώς.
Στο άρθρο 11 αναφέρεται ότι οι ομάδες απόκρουσης συμβάντων στην ασφάλεια υπολογιστών που θα λειτουργούν στους τομείς και υποτομείς των διαφόρων οντοτήτων, δηλαδή επιχειρήσεων, οργανισμών και φορεέων, πρέπει να είναι εφοδιασμένες με κατάλληλες υποδομές διαχείρισης και δρομολόγησης συστημάτων, να είναι επαρκώς στελεχωμένες, να διαθέτουν εφεδρικά συστήματα και εφεδρικό χώρο εργασίας. Μόνο, που η Βασική Ομάδα και συντονιστής όλων των υπολοίπων, η Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας δεν διαθέτει τέτοια μέσα, και γενικά υποδομές για να υλοποιήσει ελέγχους και να ανασχέσει κυβερνοεπιθέσεις όπως απαιτούν πλείστα άλλα άρθρα της Οδηγίας.
Και, προφανώς, οι Επιθεωρητές της Αρχής Κυβερνοασφάλειας που προβλέπονται στο άρθρο 23, είναι ένα όραμα για το μέλλον όπως και τα μέτρα εποπτείας και επιβολής. Αλλωστε εφαρμόζονται μόνο στις ιδιωτικές βασικές και κρίσιμες οντότητες ενώ όλος ο στενός και ευρύτερος δημόσιος τομέας εξαιρείται. Αυτή η εξαίρεση όμως τελικά είναι βλαπτική. Θα μπορούσε να εξαιρείται απλώς από τις κυρώσεις και ιδίως τα πρόστιμα, αλλά να πρέπει και οι δημόσιες οντότητες να αναπτύσσουν τομεακά μέσα κυβερνοασφάλειας και να μην εξαρτώνται όλες από την αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΥΠ η οποία θα έπρεπε να ασχολείται μόνο με τα θέματα Εθνικής Ασφάλειας.
Στο άρθρο 29 ορίζεται ότι η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) «δύναται να υποχρεώνει τους παρόχους δημόσιων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών να λαμβάνουν ενισχυμένα μέτρα κυβερνοασφάλειας πέραν των προβλεπόμενων στο νομοσχέδιο». Από τη στιγμή που το άρθρο 32 αφαιρεί από την ΑΔΑΕ την αρμοδιότητά της ως κεντρικού σημείου αναφοράς όλων των περιστατικών κυβερνοασφάλειας, και που μετατρέπεται σε απλή βασική οντότητα υπό την Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας το συγκεκριμένο άρθρο είναι «κενό γράμμα» άνευ περιεχομένου.
Με το άρθρο 30, παραπέμπετε, όπως το συνηθίζετε, σε Υ.Α., Κ.Υ.Α και απλές ναποφάσεις Διοικητή της Εθνικής Αρχής Κυβερνοασφάλειας πλήθος θεμάτων. Ακόμη και θέματα ουσίας που κατά το άρθρο 43, παράγραφος 2 του Συντάγματος, δεν μπορούν να επιλύονται με κατ’ εξουσιοδότηση κανονιστικές πράξεις.
Οσο για το άρθρο 36, εδώ νομοθετείτε νέες προθεσμίες για τη διόρθωση πρώτων εγγραφών και τη διόρθωση εγγραφών σε περιοχές που έχει λήξει η δυνατότητα αμφισβήτησης εγγραφών με ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη», όπως στην Κέρκυρα. Αυτό όμως είναι η κορυφή του παγόβουνου του τεράστιου προβλήματος που έχετε δημιουργήσει στο Νομικό Πρόσωπο «Ελληνικό Κτηματολόγιο». Διατηρούσατε στον φορέα αυτόν παρανόμως μια διοίκηση που η θητεία της είχε λήξει αφής στιγμής υλοποιούταν η διαδικασία του ΑΣΕΠ. Γι αυτό περάσατε πριν λίγες μέρες, με τροπολογία στο νομοσχέδιο του προσωπικού γιατρού διάταξη για την άνευ ορίου παράταση της θητείας ανάλογων διοικήσεων ΝΠΔΔ, καλύπτοντας έτσι και την περίπτωση του Κτηματολογίου.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο πάνω από 400 εργαζόμενοι στο Κτηματολόγιο με επιστολή τους στον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό κατήγγειλαν τα προβλήματα στην άσκηση των καθηκόντων τους, την υποστελέχωση, την προβληματική διασύνδεση με την κεντρική υπηρεσία που επιδεινώθηκε με την κυβερνοεπίθεση του Ιουλίου, τη λάθος υλοποίηση των νέων ψηφιακών πλατφορμών και συστημάτων, ότι τα περισσότερα έργα διεκπεραιώνονται χειροκίνητα κ.λπ. Και αφού συνδικαλιστές ήρθαν τον Οκτώβριο στη Βουλή να μιλήσουν στο νομοσχέδιο για το Ψηφιακό Κτηματολόγιο, ο Υφυπουργός κατήργησε απλώς τα τμήματα που αυτοί υπηρετούσαν. Και, φυσικά, προχωρήσατε στον καταστροφικό νόμο 5142/24 με τον οποίο σε ένα ευάλωτο, τρωτό και ατελές ψηφιακό σύστημα εντάξατε άρον-άρον όλες τις εκκρεμότητες των ανά την επικράτεια Α.Ε. κτηματολόγησης. Γι αυτό δεν επιτρέψατε να προσκληθεί ο Σύλλογος των τακτικών υπαλλήλων του ΝΠΔΔ και «επιτρέψατε» στην ακρόαση φορέων μόνον έναν πολύ μικρότερο σύλλογο των εργαζομένων ιδιωτικού δικαίου που είναι φίλα προσκείμενοι στην κυβέρνηση. Για να μη μιλήσουμε για την αποτυχημένη διαδικασία ψηφιοποίησης των αρχείων των υποθηκοφυλακείων που έχει χαθεί στο πέλαγος των προσφυγών και καθυστερήσεων των εταιρειών αναδόχων του έργου.
Εν ολίγοις, με τη μετάθεση κάποιων προθεσμιών στο άρθρο 36 προσπαθείτε να καλύψετε την αποτυχία σας στο Κτηματολόγιο, αδιαφορώντας για το ότι το Κτηματολόγιο είναι ο εγγυητής του συνόλου της δημόσιας και ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας στην ελληνική επικράτεια.
Με όσα είπα, νομίζω ότι είναι προφανές ότι η Νέα Αριστερά δεν θα ψηφίσουμε το παρόν νομοσχέδιο.