Θ. Φωτίου σε Ν. Κεραμέως: Παραχαράζοντας την Οδηγία για επαρκείς μισθούς και Συλλογικές Συμβάσεις συνεχίζετε τις μνημονιακές πολιτικές για τον κατώτατο μισθό και εμπαίζετε τους εργαζομένους του Δημοσίου με αύξηση 20 ευρώ μικτά το μήνα.

Θεανώ Φωτίου σε Υπουργό Εργασίας Νίκη Κεραμέως στη Βουλή: Με πρόφαση, αλλά παραχαράζοντας την  Ευρωπαϊκή Οδηγία για επαρκείς μισθούς και Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας άνω του 80%,  

–  Συνεχίζετε τις μνημονιακές πολιτικές για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού και

–  Εμπαίζετε τους  εργαζομένους του Δημοσίου με την αύξηση των 20 ευρώ μικτά το μήνα.

Μιλώντας στην Επιτροπή της Βουλής επί του Σ/Ν ενσωμάτωσης της Οδηγίαςγια την επέκταση των Συλλογικών Συμβάσεων, η Θεανώ Φωτίου, απευθυνόμενη στην κα Κεραμέως τόνισε:

Η Οδηγία αφορά στον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού για αξιοπρεπή διαβίωση  και στη στήριξη των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, ώστε να καλύπτουν τουλάχιστον το 80% των εργαζομένων στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.

Ομως, ο πραγματικός στόχος του δικού σας νομοσχεδίου είναι η καθήλωση του  μισθών στα χαμηλότερα επίπεδα  στην υπηρεσία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου ανάπτυξης που βασίζεται στη διάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων και τη φτωχοποίηση των εργαζομένων.  Η χώρα μας είναι  προτελευταία στην Ευρώπη, πριν μόνον από τη Βουλγαρία, σε αγοραστική δύναμη των μισθών. Την ίδια ώρα τα κέρδη των εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών στο διάστημα 2019-23 υπερπενταπλασιάστηκαν, ξεπερνώντας το 2023 τα  10 δισ. Ευρώ.

Επί 5,5 χρόνια οι κυβερνήσεις Μητσοτάκη φέρνουν  νομοθετήματα  διάλυσης των εργασιακών δικαιωμάτων, υπονόμευσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων, περιορισμού της συνδικαλιστικής δράσης, και   ποινικοποίησης  της απεργίας και των  απεργών.

Τώρα φέρνετε ένα νομοσχέδιο χωρίς ουσιαστική διαβούλευση με τα συνδικάτα,  για να αποφύγετε πιθανές κυρώσεις από την Επιτροπή λόγω καθυστέρησης αλλά και  κάτω από την πίεση των πρόσφατων κινητοποιήσεων .

Ομως, δεν ενσωματώνετε την ουσία της Οδηγίας αλλά την παραχαράζετε, ως εξής:

  • Μεταθέτετε την εφαρμογή της Οδηγίας για ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων ώστε να καλύπτουν το 80% των εργαζομένων στο μέλλον.
  • Επιμένετε στην κατάργηση της  αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας των ΣΣΕ που είχε επαναφέρει ο νόμος Αχτσιόγλου το 2018 ,
  • Συνεχίζετε να ορίζετε τον κατώτατο μισθό με το μνημονιακό τρόπο που επιβλήθηκε στη χώρα μας το 2013 μη δίνοντας τη δυνατότητα να ρυθμιστεί με συλλογικές διαπραγματεύσεις των κοινωνικών εταίρων και Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
  • Δεν αυξάνετε τον κατώτατο μισθό ώστε να αντιστοιχεί σε αξιοπρεπή διαβίωση, αλλά  ασχολείστε μόνο με τον  τρόπο αναπροσαρμογής του, θεωρώντας το σημερινό ύψος επαρκές ως βάση εκκίνησης.
  • Δεν προβλέπετε καμία στήριξη του θεσμού της Διαιτησίας και επαναφορά του ρόλου του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ) τον οποίο  έχετε ακυρώσει με διάφορες νομοθετικές ρυθμίσεις και με  την κατάργηση της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής των συνδικάτων.
  • Αποσιωπάτε το κρίσιμο θέμα της προστασίας των συλλογικών  διαπραγματεύσεων  που περιορίσατε ασφυκτικά με τους αντεργατικούς νόμους από το 2019 ως σήμερα, οι οποίοι περιορίζουν τη συνδικαλιστική ελευθερία και ποινικοποιούν τις απεργιακές κινητοποιήσεις.
  • Δεν συμπεριλαμβάνετε στην  έννοια των «εργαζομένων», κατηγορίες εργαζομένων που αναφέρονται στο προοίμιο της  οδηγίας: οικιακό προσωπικό, κατά παραγγελία εργαζόμενοι, εργαζόμενοι με μπλοκάκι, ψευδοαυτοαπασχολούμενοι, εργαζόμενοι σε ψηφιακές πλατφόρμες, ασκούμενοι και μαθητευόμενοι, ευρισκόμενοι σε απλή ετοιμότητα για εργασία και σε ετοιμότητα κλήσης.
  • Εμπαίζετε τους εργαζόμενους στο Δημόσιο μιλώντας για εξίσωση αμοιβών με τον ιδιωτικό τομέα, τη στιγμή που τους δίνετε αύξηση 20 ευρώ μικτά το μήνα και δεν επαναφέρετε τον 13ο και 14ο μισθό.

    Για τη Νέα Αριστερά,  πραγματικές αυξήσεις  μισθών και  ενίσχυση της συλλογικής  διαπραγματευτικής δυνατότητας των εργαζομένων σημαίνει:
  1. Κατάργηση των αντεργατικών νομοθετημάτων
  2. Θέσπιση συγκεκριμένων κριτηρίων  επάρκειας του κατώτατου μισθού για  αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και πρόσβαση σε  υλικά αγαθά και υπηρεσίες    αλλά και τη δυνατότητα πρόσβασης σε  πολιτιστικές, εκπαιδευτικές και κοινωνικές δραστηριότητες.
  3. Στη  διαμόρφωση του κατώτατου μισθού να επανέρθει  το καθεστώς πριν από τα μνημόνια, δηλαδή οι απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και η υπογραφή Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας
  4. Αποκατάσταση και ενίσχυση του πλαισίου συλλογικών διαπραγματεύσεων που κατήργησε  η ΝΔ
  5. Αποκατάσταση του θεσμού της Διαιτησίας, αναβάθμιση του ρόλου του ΟΜΕΔ και επαναφορά της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής των συνδικάτων.
  6. Ισχυροποίηση των δυνατοτήτων διαπραγμάτευσης των συνδικάτων με θεσμικό πλαίσιο στήριξης   της  συνδικαλιστικής δράσης και του δικαιώματος στην απεργία.
  7. Πραγματική σύγκλιση  αποδοχών των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα με τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα δημοσίων  με επαναφορά 13ου – 14ου  μισθού.
  8. Συλλογικές συμβάσεις εργασίας στον Δημόσιο τομέα και ξεπάγωμα της διετίας 2016-17.

Και η βουλεύτρια κατέληξε: Η Νέα Αριστερά δεν θα ψηφίσει αυτό το νομοσχέδιο που φέρνετε με πρόσχημα την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας που παραποιείτε κατάφωρα.

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΠΛΗΡΗΣ ΟΜΙΛΙΑ

ΘΕΑΝΩ ΦΩΤΙΟΥ

Βουλεύτρια Β3 Νότιου Τομέα Αθήνας                                                      26/11/2024

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ Α΄ΑΝΑΓΩΝΣΗ ΤΟΥ Σ/Ν

ΥΠ. ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΟΔΗΓΙΑΣ 2022/2541 ΓΙΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

Αποτελεί πολιτική εξαπάτηση  η δήθεν ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας 2022/2041, για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην ΕΕ

Διότι η ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο παραβιάζει το γράμμα και το πνεύμα της ίδιας της οδηγίας:

α) Στον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού για αξιοπρεπή διαβίωση

β) Στην αύξηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των ΣΣΕ για να καλυφθούν τουλάχιστον το 80% των εργαζομένων

Με συνεχείς λαθροχειρίες αλλοιώνει και το περιεχόμενο και το πνεύμα της οδηγίας.

Μόνος στόχος του νομοσχεδίου είναι η καθήλωση του  μισθών  στα χαμηλότερα επίπεδα ώστε να προωθηθεί το μοντέλο της φτηνής εργασίας που αποτελεί το κεντρικό άξονα της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής της ΝΔ για την ανάπτυξη. Ενα μοντέλο ανάπτυξης καταστροφικό που βασίζεται στις πολιτικές διάλυσης των εργασιακών δικαιωμάτων και της φτωχοποίησης των εργαζομένων προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, ένα μοντέλο  που έχει φέρει τη χώρα μας  να είναι ουραγός της Ε.Ε. στους μισθούς αποκλίνοντας από το μέσο Ευρωπαϊκό μισθό και συγκλίνοντας με τους μισθούς της Βουλγαρίας.

Την περίοδο 2019-23 ο μέσος μισθός έχασε 7,4% της αγοραστικής του δύναμης. Το ίδιο συμπεραίνει κι ο ΟΟΣΑ.  Την περίοδο της κυβέρνησης της ΝΔ ο πραγματικός μέσος μισθός μειώθηκε διότι, είχε μεν αύξηση κατά 6,55%, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, αλλά φαγώθηκε από την ακρίβεια, αφού οι αυξήσεις στις τιμές τροφίμων, στέγης, ενέργειας κ.λπ. είναι της τάξης του 28,1%.

Η άλλη πλευρά της μείωσης των πραγματικών μισθών την περίοδο 2019-23 είναι η εκτόξευση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, κυρίως των μεγάλων και εκείνων που ανήκουν σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κέρδη των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο εταιρειών της ίδια περίοδο υπερπενταπλασιάστηκαν, ξεπερνώντας το 2023 τα 10 δις ευρώ.

Η ΝΔ το επιχειρεί 5,5 χρόνια με νομοθετήματα  διάλυσης των εργασιακών δικαιωμάτων, περιορισμού της συνδικαλιστικής δράσης και   ποινικοποίησηw  της απεργίας και των  απεργών.

Η κυβέρνηση φέρνει το νομοσχέδιο αυτό  αφενός εξαναγκασμένη από την υποχρεωτικότητα της εφαρμογής της ευρωπαϊκής οδηγίας, που έχει ήδη εκπνεύσει από τις 17 Οκτωβρίου προκειμένου να αποφύγει πιθανές κυρώσεις  και αφετέρου κάτω από την πίεση των πρόσφατων κινητοποιήσεων.

Είναι προφανές ότι δεν θέλει την ουσιαστική εφαρμογή των διατάξεων της οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς και ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων , καθώς έρχονται σε αντίθεση με τον κεντρικό πυρήνα της πολιτικής της που είναι η αύξηση της κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρήσεων με την υποτίμηση της εργασίας και τη φτωχοποίηση των εργαζομένων. Πολιτικής που περνά μέσα από την υπονόμευση της συνδικαλιστικής δράσης και της δυνατότητας των συνδικάτων για ουσιαστική διαβούλευση.

Γι αυτό :

–  Εφερε ένα νομοσχέδιο χωρίς διαβούλευση με τους εργαζόμενους και τα συνδικάτα.

  • Μεταθέτει την εφαρμογή της Οδηγίας για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στο μέλλον διότι θέλει να συνεχίσει την καθήλωση των μισθών που αποτελεί κομβικό στοιχείο του αναπτυξιακού μοντέλου της φθηνής, ευέλικτης και εξατομικευμένης εργασίας που έχει εδραιώσει και υπηρετεί με όλους τους αντεργατικούς νόμους και ρυθμίσεις από την πρώτη θητεία της. Το Σχέδιο Δράσης για την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων μετατίθεται  κατά ένα χρόνο από την έναρξη ισχύος του νόμου, ενώ η πρώτη αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου με τον αλγόριθμο που περιγράφεται στο άρθρο 6 θα εφαρμοστεί την 1.1.2028.
  • Το κάνει με τρόπο που παραβιάζει το πνεύμα και πολλές φορές και το γράμμα της Οδηγίας με μόνο στόχο να είναι τυπικά εντάξει με την υποχρέωση συμμόρφωσης στην οδηγία. Στην πραγματικότητα το νομοσχέδιο προσπαθεί να ΜΗΝ ενσωματώσει ουσιαστικά την Οδηγία καθώς: 
  • ΔΕΝ μεταφέρει, ούτε κατ ελάχιστον την αρμοδιότητα καθορισμού του κατώτατου στους κοινωνικούς εταίρους μέσω της σύναψης της ΕΓΣΣΕ
  • ΔΕΝ  καθιστά υποχρεωτικές για τους κλάδους  τις υπογραφόμενες από τους εργοδότες και εργαζόμενους κλαδικές συμβάσεις
  • ΔΕΝ καθιερώνει την ισχύ της ευνοϊκότερης ρύθμισης στην συρροή κλαδικών και επιχειρησιακών ΣΣΕ
  • ΔΕΝ παρεμβαίνει καθολικά  στο μισθολογικό πεδίο, αφού επιμένει να αφαιρεί τα 12 χρόνια εργασίας (2012-2024) από τον υπολογισμό των τριετιών, αλλά και από τις αυριανές ΣΣΕ.
  • ΔΕΝ στηρίζει τη διαπραγματευτική δυνατότητα των συνδικάτων  και
  • ΔΕΝ καθιστά αποφασιστικά αρμόδιους τους κοινωνικούς εταίρους /  ανταγωνιστές για τον καθορισμό του κατώτατου, δίνοντας σε αυτούς ένα απλό διακοσμητικό – γνωμοδοτικό ρόλο και καθιστώντας το επιστημονικό συμβούλιο το ΜΟΝΟ αποφασιστικό όργανο πριν την τελική απόφαση του Υπουργού.

Συγκεκριμένα:

–  Το άρθρο 5 του σχεδίου νόμου, που ενσωματώνει το άρθρο 4 της Οδηγίας για την προώθηση συλλογικών διαπραγματεύσεων, είναι κυρίως διαδικαστικού χαρακτήρα. Δεν εξειδικεύει τα μέτρα-προϋποθέσεις για την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων  και της αύξησης του ποσοστού κάλυυψης από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, και αποσιωπεί το επίμαχο θέμα της προστασίας της άσκησης του δικαιώματος διαπραγμάτευσης των εργαζομένων, των συνδικαλιστικών εκπροσώπων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, κάτι που έχουν περιορίσει οι αντεργατικοί νόμοι των κυβερνήσεων της ΝΔ.

 – Το άρθρο 6 του σχεδίου νόμου, που ενσωματώνει τα άρθρα 5 και 6 της Οδηγίας) δεν ασχολείται καθόλου με τον καθορισμό του ύψους του κατώτατου μισθού σε επαρκές επίπεδο, που να αντιστοιχεί στην αξιοπρεπή διαβίωση, αλλά μόνο ορίζει τον τρόπο αναπροσαρμογής του, θεωρώντας το ύψος του δεδομένο και επαρκές ως βάση εκκίνησης. Επίσης μεριμνά στο να εκθέσει αναλυτικά τους λόγους για τους οποίους μπορεί να επιτρέπεται να μη γίνεται η αναπροσαρμογή του

  Εξι χρόνια μετά την έξοδο από τα μνημόνια και 2 από τα προγράμματα στήριξης και πιστωτικής εποπτείας, με τις θριαμβολογίες για μεγάλη ανάπτυξη, η κυβέρνηση με αυτόν τον νόμο εξαιρεί εκ νέου την επιστροφή στη Συλλογική αυτονομία, δηλαδή να καθορίζεται ο εθνικός βασικός μισθός από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που αποφασίζεται και υπογράφεται από τους κοινωνικούς εταίρους.  Δεν δίνεται η δυνατότητα για ρύθμιση του κατώτατου  μισθού και των υπόλοιπων μισθολογικών όρων από την   Εθνική Γενική ΣΣΕ   και με μικροτροποποιήσεις ισχυροποιείται η υφιστάμενη κατάσταση καθορισμού του κατώτατου από το κράτος,  συνεχίζοντας  ουσιαστικά την πολιτική υποβάθμισης  των συλλογικών διαπραγματεύσεων  και του ρόλου των συνδικάτων.

Θυμίζουμε ότι   η μνημονιακή κατάργηση της συλλογικής αυτονομίας το 2013 έφερε την απόλυτη διάλυση του συστήματος των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων.  Ετσι η κάλυψη από συλλογικές συμβάσεις εργασίας από 83,9% με 84% που ήταν το 2008 κατέρρευσε στο 15% το 2014, ανέβηκε στο 25,8% το 2018 και είναι στο 27% – 30% σήμερα. Είναι χαρακτηριστικό της κατάστασης, ότι με   βάση τον ΟΟΣΑ βρισκόμαστε στην προτελευταία θέση με τελευταία την Πολωνία όσον αφορά το ποσοστό συλλογικών συμβάσεων.

  • Δεν προβλέπει τίποτα για στήριξη του θεσμού  της Διαιτησίας και επαναφορά του ρόλου του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας  (ΟΜΕΔ) που είναι ιδιαίτερα κρίσιμος για τη στήριξη των συλλογικών διαπραγματεύσεων και ουσιαστικά   έχει ακυρωθεί  με τις νομοθετικές ρυθμίσεις της κυβέρνησης και ιδιαίτερα με την απαγόρευση της μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία, με αποτέλεσμα να είναι  μηδενικές οι διαιτητικές αποφάσεις μετά το 2021
  • Δεν αναφέρει τίποτα για τη στήριξη του πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συλλογικών συβάσεων που έχει υπονομευθεί με  την κατάργηση επί της ουσίας της  αρχής της ευνοικότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας των ΣΣΕ και συνολικά του πλαίσιου των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συλλογικών συμβάσεων εργασίας που είχε επαναφέρει ο νόμος Αχτσιόγλου το 2018 ,

Στην  ίδια την  αιτιολογική έκθεση της οδηγίας αναφέρεται  η σχέση  μεταξύ ύψους  βασικών μισθών και ημερομισθίων με τον αριθμό των ΣΣΕ. Και διαπιστώνει ότι χώρες που έχουν κάλυψη πάνω από 80% από ΣΣΕ οι  μισθοί είναι υψηλοί και ικανοποιητικοί και έχουν μικρό ποσοστό χαμηλόμισθων.

Ακόμα στην Οδηγία αναφέρεται ότι οι μισθοί, για να είναι  επαρκείς και δίκαιοι πρέπει :

α)  να διασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.

β)  να  υπάρχει  πάνω από 80%  κάλυψη εργαζομένων από ΣΣΕ

γ) να υπάρχει διασφάλιση της εφαρμογής εθνικών συμβάσεων για τους κατώτατους μισθούς σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους

δ)  να καθορίζονται οι μισθοί με  διαφανή και προβλέψιμο τρόπο, με σεβασμό της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων.

  • Σύμφωνα με την Οδηγία ο καθορισμός του κατώτατου μισθού γίνεται με Νομοθετικό τρόπο  ή με συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμφωνίες με βάση τις εθνικές παραδόσεις και πρακτικές.
  • Για εμάς εξακολουθεί να ρυθμίζεται με τον μνημονιακό νόμο του 2013 παρόλο που η εθνική παράδοση και πρακτική μέχρι το 2013 ήταν ο καθορισμός του κατώτατου μισθού και των μισθολογικών όρων από τους κοινωνικούς εταίρους με την ΕΓΣΣΕ ( για μας τα μνημόνια δεν τελείωσαν) .
  • Δεν συμπεριλαμβάνει στην  έννοια των «εργαζομένων», κατηγορίες που αναφέρονται στο προοίμιο της Οδηγίας, όπως το οικιακό προσωπικό, οι κατά παραγγελία εργαζόμενοι, οι εργαζόμενοι με μπλοκάκι, οι ψευδοαυτοαπασχολούμενοι, οι εργαζόμενοι σε ψηφιακές πλατφόρμες, οι ασκούμενοι και οι μαθητευόμενοι, οι ευρισκόμενοι σε απλή ετοιμότητα για εργασία και σε ετοιμότητα κλήσης.
  • Και τελευταίο αλλά ιδιαίτερα σημαντικό : Εμπαίζει τους εργαζόμενους στο Δημόσιο καθώς μιλάει για εξίσωση αμοιβών με τον ιδιωτικό τομέα και το υπολογίζει σε  μηνιαία  όχι ετήσια βάση,  «ξεχνώντας»  ότι οι μισθοί στο δημόσιο  τομέα είναι 12  ενώ στον ιδιωτικό τομέα 14. Είναι χαρακτηριστικό ότι  το κονδύλιο που υπολογίζει για την «αποκατάσταση» των μισθών των Δημοσίων υπαλλήλων  είναι  143 εκατομμύρια δηλαδή 20 ευρώ μικτά το μήνα για κάθε υπάλληλο.

Προτάσεις

  1. Θέσπιση συγκεκριμένων κριτηρίων  επάρκειας του κατώτατου μισθού ώστε να εξασφαλίζει  αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης των εργαζομένων και να παρέχει τη δυνατότητα απόκτησης των απαραίτητων  υλικών   αγαθών  και υπηρεσιών,   αλλά και τη δυνατότητα πρόσβασης σε  πολιτιστικές, εκπαιδευτικές και κοινωνικές δραστηριότητες, (όπως άλλωστε αναφέρεται και στο προοίμιο της οδηγίας) .
  2. Η διαδικασία διαμόρφωσης του κατώτατους μισθού να επανέρθει  στο καθεστώς που ίσχυε πριν από το 2012, δηλαδή με απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και  υπογραφή Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
  3. Στήριξη της συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων:
  4. Κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων της τελευταίας 5ετίας
  5. Ουσιαστική ανάκαμψη του κλαδικού και διακλαδικού επιπέδου διαπραγμάτευσης, πλήρης επαναφορά συνολικά του πλαισίου των συλλογικών συμβάσεων και  χωρίς εξαιρέσεις εφαρμογή της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης σε περίπτωση συρροής ΣΣΕ και επέκταση των κλαδικών συμβάσεων στο σύνολο των εργαζομένων στον κλάδο.
  6. Αναβάθμιση του θεσμού της Διαιτησίας και ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ). Επαναφορά της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία για την επίλυση των διαφωνιών που παρουσιάζονται στις συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, όπως ίσχυε αρχικά στον ν. 1876/1990. 
  7. Ισχυροποίηση των δυνατοτήτων συλλογικής διαπραγμάτευσης των συνδικάτων με θεσμικό πλαίσιο στήριξης  (και όχι περιορισμού) της  συνδικαλιστικής δράσης και  άρση των εμποδίων που έχουν  επιβάλλει οι νομοθετικές ρυθμίσεις της  κυβέρνησης στην άσκηση του δικαιώματος της απεργίας : προώθηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης χωρίς ισχυρά συνδικάτα και χωρίς την πραγματική δυνατότητα προσφυγής σε απεργία δεν νοείται
  8. κατάργηση του άρθρου 93 ν. 4808/2021 (προστασία του δικαιώματος στην εργασία, δηλαδή στην απεργοσπασία), θέσπιση εξειδίκευσης του άρθρου 281 Α.Κ., ώστε να μη θεωρείται κάθε απεργία καταχρηστική).
  9. Κατάργηση των συνεπειών της μη καταχώρισης των συνδικαλιστικών οργανώσεων στο Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων, οι οποίες οδηγούν στην αναστολή του δικαιώματός τους να διαπραγματεύονται συλλογικά και να καταρτίζουν ΣΣΕ.
  10. Πραγματική σύγκλιση  αποδοχών των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα με τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα δημοσίων  με επαναφορά 13ου – 14ου  μισθού.
  11. Συλλογικέςσυμβάσεις εργασίας στον Δημόσιο τομέα και ξεπάγωμα της διετίας 2016-17.

Η Νέα Αριστερά δεν θα ψηφίσει αυτό το νομοσχέδιο που φέρνετε με πρόσχημα την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας που παραποιείτε κατάφωρα.

Βίντεο εδώ

Μοιράσου το: