Τι σας ώθησε να θέσετε υποψηφιότητα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο;
Η απόφασή μου να διεκδικήσω μια θέση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως υποψήφιος της Νέας Αριστεράς συνδέεται άμεσα με τις σοβαρές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις που έλαβαν χώρα το τελευταίο διάστημα τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς.
Η τελευταία δεκαπενταετία υπήρξε για την Ελλάδα η πιο κρίσιμη περίοδο της ιστορίας της μετά τη μεταπολίτευση, με ιδιάζοντα και εν πολλοίς πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά. Στο διάστημα αυτό, καθώς η μια κρίση διαδεχόταν την άλλη, η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη φάνηκε πολύ λίγη να αντιμετωπίσει τα αίτια και τα αποτελέσματα των κρίσεων. Κάθε κρίση ήταν για τη Νέα Δημοκρατία και μια ευκαιρία για να προωθήσει μέτρα μιας ασύστολης κερδοσκοπίας των λίγων σε βάρος των πολλών, σε βάρος του ελληνικού λαού. Αυτή η πολιτική σχετίζεται άμεσα με τη δυσβάσταχτη ακρίβεια των τελευταίων χρόνων, που πλήττει όχι μόνο τα πιο αδύναμα, αλλά ακόμα και τα μεσαία στρώματα της κοινωνίας, όπως και με την παραμέληση και υπονόμευση των βασικών πυλώνων του κοινωνικού κράτους, της παιδείας, της υγείας και της πρόνοιας.
Σε αυτές τις συνθήκες ποια ήταν η αντιμετώπιση των εργαζομένων; Δείτε, για παράδειγμα, τι συμβαίνει με το διδακτικό προσωπικό σε όλες της βαθμίδες της εκπαίδευση: Οι αποδοχές των εκπαιδευτικών μειώθηκαν δραματικά, οι συνθήκες εργασίας τους επιδεινώθηκαν αφόρητα και η Κυβέρνηση δεν χάνει την ευκαιρία να τους σέρνει κάθε τόσο στα δικαστήρια προκειμένου να επιβάλει μέσω της λεγόμενης «αξιολόγησης» ένα κλίμα αστυνόμευσης, φόβου και πειθαναγκασμού.
Τα μισόλογα, οι τακτικισμοί και οι θωπείες στην κυβερνητική πολιτική και στην ακροδεξιά δεν έχουν θέση. Είναι ευθύνη και υποχρέωσή μας απέναντι στη νέα γενιά, απέναντι στην ελληνική κοινωνία, να σταθούμε εμπόδιο σε κάθε αρνητική εξέλιξη, να θεμελιώσουμε ένα κοινωνικό κράτος ισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης, που θα εγγυάται για κάθε νέο και νέα, για κάθε πολίτη την προσωπική ανάπτυξη και ευημερία. Αυτή είναι η δέσμευση της Νέας Αριστεράς, αυτή είναι και η προσωπική μου δέσμευση.
Γιατί με τη Νέα Αριστερά; Τι διαφορετικό έχει να συνεισφέρει η Νέα Αριστερά στην ελληνική πολιτική σκηνή και στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο;
Ως Νέα Αριστερά, έχουμε θέσει στόχο μας να εκπροσωπήσουμε το καινούριο στην κοινωνία και στην Αριστερά. Σταθερά αλλά και συνάμα δημιουργικά, με λογισμό και μ’ όνειρο, στο χώρο της ανανεωτικής, ριζοσπαστικής αριστεράς, επιδιώκουμε να εγκολπωθούμε ό,τι πιο ριζοσπαστικό και ρηξικέλευθο, άρα ταξικό, έχει κληροδοτήσει μια πλούσια σε αγωνιστικές παραδόσεις αριστερά όπως αυτή στη χώρα μας. Ταυτόχρονα, διδασκόμενοι από τις αδυναμίες και τα λάθη του παρελθόντος, έχουμε πια την ωριμότητα και την εμπειρία να αφήσουμε οριστικά πίσω μας αντιλήψεις και πρακτικές που κρατούν την αριστερά μακριά από τους πόθους και τα οράματα του κόσμου της εργασίας.
Ας δούμε, για παράδειγμα, το πεδίο οικονομίας και ανάπτυξης. Τίποτα δεν έχει αλλάξει από το μοντέλο που μας οδήγησε νωρίτερα στη χρεωκοπία. Καταρχάς, η ανάπτυξη σήμερα βασίζεται στην ιδιωτική κατανάλωση, που έχει πίσω της όλο και περισσότερο τη μείωση της αποταμίευσης λόγω της πρωτοφανούς συρρίκνωσης της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Στηρίζεται, επίσης, σε ένα μοντέλο υπέρμετρης και αλόγιστης τουριστικής ανάπτυξης, που βασίζεται στη φτηνή εργασία και δεν διαχέει την παραγόμενη προστιθέμενη αξία σε άλλους κλάδους και στις κατασκευές. Συμπληρώματα αυτής της πολιτικής που επιδεινώνουν την πραγματική κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνίας είναι οι υπερεξοπλισμοί, οι ιδιωτικοποιήσεις, όπως τελευταία και στα πανεπιστήμια και στην έρευνα, και η ένταση του αυταρχισμού και της αστυνόμευσης της ζωής των πολιτών. Με τον τρόπο αυτό η ασθενική αύξηση του ΑΕΠ, ως αντίδραση στην πρωτοφανή για τα παγκόσμια χρονικά καθίζησή του την περίοδο της κρίσης, αλλά και της διοχέτευσης έστω και με στρεβλό τρόπο των πόρων του Ταμείου Ανάπτυξης στην οικονομία, κατανέμεται με τρομερή κοινωνική αδικία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στην αγοραστική δύναμη είμαστε σχεδόν στην τελευταία θέση στην ΕΕ στα κέρδη των εισηγμένων επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο είμαστε στην τρίτη «προνομιούχα» θέση. Κέρδη και προνόμια για τους λίγους, ανεπαρκείς μισθοί, πληθωρισμός απληστίας, κερδοσκοπίας, στεγαστική κρίση και ενεργειακή φτώχεια για τους πολλούς.
Το παραγωγικό μοντέλο που εμείς προτείνουμε συνεκτιμά σε κάθε σχεδιασμό την πράσινη μετάβαση, την τεχνολογική καινοτομία, την διάχυση της προστιθέμενης αξίας και την δίκαιη διανομή της στους εργαζόμενους. Απαιτείται, συνεπώς, μια συνολική ανασυγκρότηση της χώρας σε όλους τους τομείς, από την οικονομία και την ανάπτυξη ως τις ακροτελεύτιες εκφάνσεις του κοινωνικού κράτους. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αναλάβει ένα τέτοιο ρόλο. Υπό τη νέα ηγεσία του έχει μετεξελιχθεί σε ένα κεντρώο λαϊκίστικο αρχηγικό μόρφωμα και κλυδωνίζεται από μια βαθιά κρίση ταυτότητας, που τον αποστασιοποιεί ολοένα και περισσότερο από τις κοινωνικές αναφορές που τον έφεραν στην κυβέρνηση. Τι πιο απαράδεκτο για αριστερό κόμμα να υπερψηφίζει τους υπερεξοπλισμούς, να απέχει χαρακτηριστικά από κάθε μαζική κινητοποίηση για τον πόλεμο, να αποκαλεί το ΝΑΤΟ «ιερή αμυντική συμμαχία» ή να καταφεύγει ο αρχηγός του στον σκοταδισμό των «θαυμάτων» και στην αποδοχή του κατ΄ εξοχήν υπερσυντηρητικού ιδεολογήματος «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια».
Επιτρέψτε μου να προσθέσω και κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: Σε μια σκοτεινή για την περιοχή μας περίοδο, με δύο πολέμους, με την Ελλάδα να σύρεται στο ράλι των υπερεξοπλισμών σε βάρος των κοινωνικών δικαιωμάτων, είναι αναγκαίο να πρωτοστατήσουμε στον αγώνα για την ειρήνη. Θυμηθείτε το σύνθημα «ποτέ ξανά», που δονούσε τις ψυχές όλων των ευρωπαίων, όλων των πολιτών σε παγκόσμια κλίμακα, με τη λήξη του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου. Δυστυχώς, αυτά τα έχουμε λησμονήσει. Συνέχιση των πολέμων στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή σημαίνει αποκτήνωση των ανθρώπων, εξαχρείωση των κοινωνιών, υπονόμευση του αξιακού πλαισίου για το οποίο δεσμεύτηκε η Ευρωπαϊκή Ενωση. Αγώνας για ειρήνη, ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη, αδιάλειπτη μέριμνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, προστασία του περιβάλλοντος, ευημερία και ανάπτυξη με ανθρώπινο πρόσωπο, είναι κατευθυντήριες αρχές μας.
Με αφορμή τα όσα μόλις αναφέρατε, θα ήθελα να σας ρωτήσω πώς σχολιάζετε τις αντιπολεμικές κινητοποιήσεις για την Παλαιστίνη στα αμερικανικά Πανεπιστήμια;
Πρόκειται για ένα πολύ δυνατό και ελπιδοφόρο μήνυμα που προκαλεί παγκόσμια συγκίνηση και ενδιαφέρον. Επηρεάζει θετικά την παγκόσμια κοινή γνώμη και σημαδεύει έντονα την προεκλογική αντιπαράθεση, με τον Τραμπ να τάσσεται υπέρ της ακόμη πιο έντονης καταστολής και τον Πρόεδρο Μπάιντεν να πιέζεται μπροστά στον κίνδυνο να χάσει το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι των ψηφοφόρων του. Η βία και η καταστολή στα φημισμένα αμερικανικά πανεπιστήμια, 50 και παραπάνω χρόνια μετά τη φοιτητική εξέγερση εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ, δείχνει που βρίσκεται πραγματικά η “αριστεία”. Εκτός αν αίφνης αυτή “δραπέτευσε” από το Χάρβαρντ, το Γέηλ, το Πρίνστον και το Κολάμπια για να πάει να συναντήσει τους Νετανιάχου, τους Τραμπ, τις Μελόνι και τους άλλους δεξιούς και υπερδεξιούς «αστέρες» αυτού του κόσμου. Αφήνει έκθετους τους δικούς μας εμμονικούς νεοφιλελεύθερους και ακροκεντρώους που έχουν συνταχθεί με τον κ. Μητσοτάκη αφού καθιστά καταγέλαστο και βαθιά “επαρχιώτικο” το επιχείρημά τους ότι μόνο στην Ελλάδα υπάρχουν εξεγέρσεις ή καταλήψεις των φοιτητών. Δείχνει ταυτόχρονα πόσο η αμερικανική Δεξιά και το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα μισούν την ελευθερία του λόγου και κάθε σκίρτημα κριτικής σκέψης στα Πανεπιστήμια. Δεν είναι τυχαίο το ότι είχαν προηγηθεί άγριες επιθέσεις για δήθεν αντισημιτισμό σε Πρυτάνεις Πανεπιστημίων, όπως του Χάρβαρντ, και μια αναβίωση μακαρθικών πρακτικών. Οπως και το γεγονός ότι στην καταστολή πρωταγωνίστησαν θεσμοί που εισήγαγε στο ελληνικό Πανεπιστήμιο κατευθείαν από την Αμερική η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η σκανδαλοποιός πρώην υπουργός Παιδείας και νυν Εσωτερικών κυρία Κεραμέως, όπως τα Συμβούλια Ιδρύματος και η (ατυχήσασα στη χώρα μας) Πανεπιστημιακή Αστυνομία. Πιστεύω ότι ο ξεσηκωμός των φοιτητών και της νεολαίας στις ΗΠΑ, που ήδη έχει εξαπλωθεί και στην Ευρώπη και σε άλλες χώρες, θα αποτελέσει σημαντική συμβολή στο κίνημα για την Ειρήνη και τη Δημοκρατία στον κόσμο και θα βάλει τη σφραγίδα του ευρύτερα στις εξελίξεις του καιρού μας. Είδατε τι έγινε στη Σουηδία με τη Eurovision και το υποκριτικό δήθεν no politica και τις αντιδράσεις που υπήρξαν. Ηδη και στην Ελλάδα, τώρα που τελειώνουν οι διακοπές αναγγέλλονται ανάλογες κινητοποιήσεις των φοιτητικών συλλόγων. Τις χαιρετίζουμε.
Και στον τομέα της εκπαίδευσης; Ποιοι είναι οι στόχοι και οι επιδιώξεις της Νέας Αριστεράς;
Ως Νέα Αριστερά, έχουμε συγκροτήσει ένα ευρύ και ανοιχτό δίκτυο για την εκπαίδευση και επεξεργαζόμαστε ένα αναλυτικό κείμενο αρχών και θέσεων τόσο σε εθνική όσο και σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Για μας η παιδεία είναι καθολικό ανθρώπινο δικαίωμα και ύψιστο κοινωνικό αγαθό. Βασικός στόχος της εκπαίδευσης πρέπει να είναι η ολόπλευρη καλλιέργεια της προσωπικότητας των πολιτών με ένα πρόγραμμα σπουδών που δεν θα επιδιώκει μόνο την απόκτηση σύγχρονων γνώσεων και μια πολυδιάστατη πνευματική καλλιέργεια, αλλά θα μεριμνά ταυτόχρονα για τη σωματική και ψυχική υγεία και την ευεξία τους, την ανάπτυξη της κοινωνικότητάς τους και την εμπέδωση δημοκρατικών αρχών και αξιών και εφαρμογή στην πράξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Αυτό, βέβαια, δεν επιτυγχάνεται αποκλειστικά μέσω του προγράμματος των μαθημάτων και των σχετικών δραστηριοτήτων, αλλά και μέσω της συνολικής λειτουργίας του σχολείου και του εκπαιδευτικού συστήματος.
Η εκπαιδευτική πολιτική πρέπει να προωθεί κατάλληλες αντισταθμιστικές πρακτικές για να στηρίξει αποτελεσματικά τα παιδιά και τους νέους που αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια και δυσκολίες στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν αξιόλογη μορφωτική υποδομή και τις αναγκαίες πιστοποιήσεις που θα τους επιτρέψουν να ενταχθούν μετέπειτα στον κόσμο της εργασίας.
Το ανοιχτό, δημοκρατικό, συμπεριληπτικό σχολείο δεν είναι ζήτημα εύκολων και ανέξοδων διακηρύξεων, αλλά συγκεκριμένων δεσμεύσεων και εφαρμογών. Τον Οκτώβριο του 2015, κατά τη διάρκεια της συζήτησης επί των προγραμματικών δηλώσεων της τότε κυβέρνησης, είχα τονίσει τα εξής:
“Για μας, δεν υπάρχουν ‘nullo labore’ στην εκπαίδευση που πρέπει να τους διώξουμε με εξεταστικά συστήματα-λαιμητόμους, επειδή οι αυστηρές δημοσιονομικές πολιτικές δεν αντέχουν να συντηρούν το δημοκρατικό σχολείο. Για μας, όλα τα παιδιά έχουν το δικό τους θρανίο στο σχολείο και σ’ αυτό το θρανίο θέλουμε να γραφτεί το ονοματεπώνυμό τους, είτε είναι ελληνικό, είτε ξενικής προέλευσης. Δίπλα δίπλα, όλα τα ελληνόπουλα με όλα τα μεταναστόπουλα.”
Και σε ευρωπαϊκή κλίμακα; Εχετε καταλήξει σε κάτι αντίστοιχο σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή εκπαιδευτική πολιτική;
Είναι αυτονόητο ότι οι ίδιες ακριβώς κατευθυντήριες αρχές που αναφέραμε ισχύουν και για την εκπαιδευτική πολιτική που προωθούμε σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Φυσικά, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Αριστεράς συζητούμε και με τα άλλα κόμματα των ευρωπαϊκών χωρών που έχουν παρόμοια στόχευση και συνδιαμορφώνουμε το πλαίσιο των παρεμβάσεών μας.
Θέλω να υπενθυμίσω εδώ ότι κατά τη διάρκεια της θητείας μου στο υπουργείο Παιδείας είχαμε την ευκαιρία να αντιπαρατεθούμε τόσο με τον ΟΟΣΑ όσο και με την Ευρωπαϊκή Ενωση σε μια σειρά από ζητήματα καθοριστικής σημασίας για τη διαφύλαξη του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης και την αποτελεσματική λειτουργία της σε πλαίσιο ισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Γνωρίζω, επομένως, από πρώτο χέρι τόσο τα θετικά σημεία της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής όσο και τις αδυναμίες και τις στρεβλώσεις στις οποίες ωθείται κάτω από την πίεση των ισχυρών του χρήματος. Εμείς θα είμαστε εκεί για να αντιπαρατεθούμε σθεναρά σε αυτές τις επιδιώξεις, αποκαλύπτοντας και καταγγέλλοντας κάθε τέτοια απόπειρα.
Θα θέλατε να επισημάνετε πιο συγκεκριμένα κάποια βασικά σημεία της εκπαιδευτικής πολιτικής σας σε ευρωπαϊκή κλίμακα;
Από το πλούσιο πρόγραμμα το οποίο επεξεργαζόμαστε θα επισημάνω μόνο κάποια κεντρικά σημεία που απαιτούν εγρήγορση και άμεση αντιμετώπιση.
Καταρχάς, οι ανισότητες και οι αποκλεισμοί από την εκπαιδευτική πρόσβαση και προοπτική παραμένουν σε ανησυχητικό επίπεδο και, ιδίως μετά την πρόσφατη πανδημία, οξύνονται όλο και περισσότερο. Ιδιαίτερα η αδυναμία πρόσβασης όλων των παιδιών στις ψηφιακές τεχνολογίες προσθέτει στις ανισότητες αυτές ένα ακόμη αρνητικό πρόσημο. Πιο οδυνηρές είναι οι συνέπειες για τα παιδιά που προέρχονται από τα πιο παραγκωνισμένα και αδύναμα κοινωνικά στρώματα.
Εξίσου σημαντική είναι η διαπίστωσή μας ότι το δημόσιο σχολείο και πανεπιστήμιο δέχονται σκληρή επίθεση από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές στην εκπαίδευση σε όλη την Ευρώπη. Η υποχρηματοδότηση του δημόσιου τομέα, προς όφελος του ιδιωτικού, εκφράστηκε με ιδιαίτερη ένταση την περίοδο διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Η χώρα μας παραμένει προκλητικά πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις δαπάνες, όπως και στις αποδοχές των εκπαιδευτικών, ενώ η πρόσφατη, αντισυνταγματική θεσμοθέτηση ιδιωτικών/μη κρατικών πανεπιστημίων θα επιτείνει τα προβλήματα.
Μια άλλη έκφραση της επίθεσης του νεοφιλελευθερισμού στην εκπαίδευση αφορά το τι διδάσκεται στο σχολείο, τα προγράμματα σπουδών. Στη χώρα μας ειδικότερα, η συντηρητική στροφή που κυριάρχησε μετά τις εκλογές του 2019 οδήγησε στην άμεση κατάργηση ενός σύγχρονου προγράμματος σπουδών στην ιστορία για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, στην πρωτοφανή συρρίκνωση ως κατάργηση των μαθημάτων κοινωνικών επιστημών και στον ασφυκτικό περιορισμό των μαθημάτων καλλιτεχνικής παιδείας στο Λύκειο.
Τέλος, καθημερινά επιβεβαιώνεται ότι η βία στο σχολείο και στην ευρύτερη κοινωνία έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις, ενώ τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις σε βάρος των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων κυριαρχούν. Στη χώρα μας είναι ανύπαρκτες οι ουσιαστικές πολιτικές πρόληψης και αντιμετώπισης του φαινομένου, ενώ θεσμοθετούνται αναχρονιστικές και αντιπαιδαγωγικές πρακτικές, που εστιάζουν κυρίως στην αυστηροποίηση των ποινών και στη στοχοποίηση των εκπαιδευτικών. Η σύσταση των Περιφερειακών κέντρων Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΠΕΚΕΣ) το 2018 για την παιδαγωγική και επιστημονική στήριξη των σχολείων και η πρόσληψη για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης σχολικών ψυχολόγων με αφορμή το πρόγραμμα «Μια Νέα Αρχή στα ΕΠΑΛ» ήταν πολιτικές επιλογές της πρώτης κυβέρνησης της Αριστεράς που άνοιξαν το δρόμο για μια ολιστική αντιμετώπιση του προβλήματος της ενδοσχολικής βίας.
Δυστυχώς, οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, που ακολούθησαν, υπονόμευσαν αυτές τις επιλογές. Καθόλου τυχαία, η Νίκη Κεραμέως ως υπουργός παιδείας έσπευσε να καταργήσει από την πρώτη στιγμή και τη Θεματική Εβδομάδα, που είχαμε καθιερώσει ακριβώς για να συζητούνται στο επίπεδο του σχολείου και με πρωτοβουλία της ίδιας της σχολικής κοινότητας, εκπαιδευτικών και παιδιών, θέματα που έχουν άμεση σχέση με τις κοινωνικές ανισότητες και συγκρούσεις, την έμφυλη βία και άλλα σοβαρά προβλήματα που απασχολούν τη νεολαία. Ευθυγραμμίστηκε έτσι η κυβέρνηση με κύκλους της πιο μαύρης αντίδρασης αλλά και της Εκκλησίας, που είχαν εκφράσει έντονες αντιρρήσεις στην ανάδειξη και συζήτηση τέτοιων θεμάτων. Ωστόσο, η Θεματική Εβδομάδα, με αυτά ακριβώς τα θετικά χαρακτηριστικά της, είχε συναντήσει την ένθερμη αποδοχή τόσο της νεολαίας όσο και των ίδιων των εκπαιδευτικών. Και ενώ το πρόγραμμα μιας ολόκληρης εβδομάδας ήταν αφιερωμένο σε αυτή την προβληματική, σήμερα έχει αντικατασταθεί από ένα περιορισμένο «εργαστήριο δεξιοτήτων», όπως λέγεται, στο πλαίσιο του οποίου συνωστίζονται ετερόκλητα θέματα που διδάσκονται κατ’ επιλογή, χωρίς συνοχή και ειρμό.
Σε ομιλία μου με αφορμή την έναρξη του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία, τον Δεκέμβριο του 2015, σε συνθήκες ακραίας οικονομικής κρίσης, είχα τονίσει ακριβώς αυτό, τις μεγάλες ευθύνες που μας βαραίνουν απέναντι στη νεολαία σε αυτή την κρίσιμη ιστορική συγκυρία. Επισήμανα ότι δεν πρόκειται να υπάρξει διέξοδος από την κρίση, αν δεν θέσουμε ως προτεραιότητα την αναζωογόνηση της εκπαίδευσης και ευρύτερα την ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους. Τις ίδιες δεσμεύσεις αναλαμβάνουμε και σήμερα απέναντι στη νέα γενιά, απέναντι στην ελληνική κοινωνία.