«Η εβδομάδα που διανύουμε επιβεβαίωσε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την επιχείρηση συγκάλυψης του εγκλήματος των Τεμπών, η οποία εδώ και δύο χρόνια εκτυλίσσεται μπροστά μας από την κυβέρνηση της ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη προσωπικά», τόνισε η Εφη Αχτσιόγλου στην ομιλία της στη Βουλή, στη συζήτηση της πρότασης μομφής κατά της κυβέρνησης.
«Η κυβέρνηση της ΝΔ θα έπρεπε να έχει φύγει για μία σειρά από λόγους. Ομως το έγκλημα των Τεμπών είναι το σημείο θραύσης. Γιατί άγγιξε ηθικά όρια. Αγγιξε τα όρια ηθικής ανοχής της ελληνικής κοινωνίας. Προσέκρουσε στα ηθικά όρια κάθε πολίτη και έφερε στην επιφάνεια τη λογική που διέπει αυτή την κυβέρνηση με άγριο τρόπο, μία καθεστωτική λογική», πρόσθεσε.
«Βρισκόμαστε σε ένα σημείο μη επιστροφής και η ελληνική κοινωνία με τις μαζικές λαϊκές αντιδράσεις ζητάει ουσιαστικά -όταν λέει δικαιοσύνη και αλήθεια- το τέλος αυτής της καθεστωτικής λογικής. Μία κυβέρνηση που σέβεται τον εαυτό της θα έπρεπε να έχει ήδη παραιτηθεί, να έχει πράξει το αυτονόητο», σημείωσε.
«Ο κ. Μητσοτάκης γνωρίζει ότι πλέον είναι ένας απονομιμοποιημένος πρωθυπουργός σε μια απονομιμοποιημένη κυβέρνηση, η οποία έχει κλείσει τον πολιτικό της κύκλο και το μόνο που έχει να κάνει είναι να το αποδεχτεί. Η πτώση αυτής της κυβέρνησης δεν είναι πια πολιτικό αίτημα, είναι ηθικό αίτημα της ελληνικής κοινωνίας και προϋπόθεση για να αποδοθεί δικαιοσύνη. Για να έρθει η δικαιοσύνη πρέπει να πέσει αυτή η κυβέρνηση», υπογράμμισε.
Για τη στάση της ΝΔ ανέφερε πως «ο κ. Μητσοτάκης στην προ ημερησίας συζήτηση έδωσε τον τόνο και τη γραμμή: Υπερασπιστείτε τη συγκάλυψη με κάθε τρόπο. Ψέματα, στρεψοδικίες, σοφίσματα, αποσιώπηση γεγονότων, χυδαίες επιθέσεις. Ολα τα μέσα αξιοποιήθηκαν. Ο ίδιος δεν απάντησε τίποτα για την ουσία, τίποτα για το μπάζωμα».
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε πως «ο πρωθυπουργός έδειξε ότι όχι μόνο δεν έλαβε απολύτως κανένα μήνυμα από τα μεγαλειώδη συλλαλητήρια, αλλά παραποίησε με αισχρό τρόπο το μήνυμα αυτών των συλλαλητηρίων. Μάθαμε από τον κ. Μητσοτάκη ότι δύο εκατομμύρια πολίτες κατέβηκαν στους δρόμους για να διεκδικήσουν την κατάργηση της μονιμότητας και την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, για να ζητήσουν ηλεκτρονικό κτηματολόγιο. Θα ήταν γελοίο αν δεν ήταν τόσο εξοργιστικό. Στον, δε, κύριο Σκέρτσο δεν φάνηκε ούτε γελοίο ούτε εξοργιστικό και θεώρησε ότι πρέπει να το πάει ένα βήμα παρακάτω. Μάθαμε, λοιπόν, από τον κ. Σκέρτσο ότι δύο εκατομμύρια πολίτες κατέβηκαν στους δρόμους για να ζητήσουν την Ελλάδα του excel».
Δήλωσε, ακόμα, ότι «η δικαιολογία που ακούσαμε αυτές τις μέρες από την κυβέρνηση ήταν η εξής: Ναι βρισκόταν στα Τέμπη, ναι έκανε συσκέψεις για δήθεν αποκατάσταση του χώρου, ναι έβγαζε Δελτία Τύπου στα οποία ανακοίνωνε ότι ολοκλήρωσε τις ενέργειες συντονισμού επί του πεδίου, τις παράνομες δηλαδή ενέργειες, ναι εξέδιδε αποφάσεις για το μπάζωμα και την πληρωμή του, αλλά όχι δεν είχε κάποια κεντρική εμπλοκή. Αυτό ήταν το επιχείρημα, ότι ήταν απλώς παρατηρητής. Τι προσπαθεί να αποδείξει αυτό το επιχείρημα; Απαλλαγή λόγω ανοησίας;».
Απευθυνόμενη, τέλος, στα κυβερνητικά στελέχη τόνισε πως «η εκτελεστική εξουσία δεν είναι ένα πουκάμισο αδειανό, δεν είναι ένα ανεύθυνο και αναρμόδιο όργανο. Αρα το επιχείρημά σας ότι “θα τα δει όλα η δικαιοσύνη, εμείς δεν έχουμε κάτι να πούμε”, δεν έχει κανένα έρμα. Κάθε εξουσία έχει τις αρμοδιότητές της και τις ευθύνες που της αναλογούν. Οταν ερωτάται η κυβέρνηση, έχει συνταγματική υποχρέωση να απαντά, να ερευνά και να γνωρίζει. Αυτό αφορά το σύνολο της υπόθεσης των Τεμπών. Η κυβέρνηση έχει αρμοδιότητες, πρέπει να δίνει απαντήσεις και να αναλαμβάνει την ευθύνη που της αναλογεί».