Ο Ευ. Τσακαλώτος, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Αριστεράς, ξεκίνησε την τοποθέτησή του ρωτώντας την κυβέρνηση αν έχει άποψη ως προς το γιατί έχασε στις
αμερικανικές εκλογές η υποψήφια των Δημοκρατικών Κάμαλα Χάρις. Γιατί η Χάρις και ο Μπάιντεν είχαν το ίδιο αφήγημα για την οικονομία με αυτό της Νέας Δημοκρατίας:
οι ΗΠΑ έχουν ανάπτυξη, οι μισθοί αυξάνονται, η ανεργία μειώνεται. Παρόλα αυτά όμως και πάλι έχασε στις εκλογές.
Και έχασε, συνέχισε ο κ. Τσακαλώτος, και για βραχυπρόθεσμους λόγους και για μακροπρόθεσμους. Βραχυπρόθεσμα η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έθεσε υπό έλεγχο τον πληθωρισμό, με συνέπεια ο κόσμος να νιώθει ότι δεν τα βγάζει πέρα. Μακροπρόθεσμα γιατί ο κόσμος δεν νιώθει πλέον ότι τα παιδιά του θα ζήσουν καλύτερη ζωή από τον ίδιο. Εχει χαθεί δηλαδή το νήμα της προόδου. Βέβαια, συνέχισε ο Ευ. Τσακαλώτος, κάποιοι λένε ότι η Χάρις έχασε γιατί εστίασε πολύ στην woke ατζέντα και τα δικαιώματα. Η ανάλυση αυτή είναι λάθος, δεν έχασε γι’ αυτό. Ο κύριος λόγος είναι ότι οι Δημοκρατικοί, ήδη από την εποχή του Κλίντον, είχαν αποφασίσει να εγκαταλείψουν την εργατική τάξη και να την αντικαταστήσουν με τους νέους μορφωμένους επιστήμονες και εργαζόμενους υψηλής εξειδίκευσης – γιατρούς, δικηγόρους, αρχιτέκτονες κλπ. Η συνειδητή απόφαση να εγκαταλείψουν την εργατική τάξη άφησε ανοιχτό το πεδίο για τον Ντόναλντ Τραμπ.
Στην Ελλάδα, συνέχισε ο κ. Τσακαλώτος, η κυβέρνηση φαίνεται να μην έχει πάρει κανένα από τα παραπάνω μαθήματα. Το ανησυχητικό είναι ότι και η σοσιαλδημοκρατία φαίνεται να μην καταλαβαίνει τι συμβαίνει, όταν, για παράδειγμα, ακούμε τον κ. Ανδρουλάκη να μιλάει για αμφίπλευρη διεύρυνση, σαν να μην έχει καταλάβει ότι οι κεντρώες λύσεις δεν δουλεύουν. Στη συνέχεια ο κ. Τσακαλώτος διερωτήθηκε αν ο προϋπολογισμός του 2022 ανταποκρινόταν στις ανάγκες της συγκυρίας και στις ανάγκες μιας χώρας που είχε περάσει μια δεκαετή κρίση, είχε χάσει το 25% του ΑΕΠ, και δεν έχει ακόμη ανακάμψει από αυτό το σοκ. Η απάντηση είναι μάλλον όχι, δεδομένου ότι το 2022 και οι
ανισότητες αυξήθηκαν (τόσο ο δείκτης Gini και ο δείκτης S80/S20), αλλά και οι επενδύσεις απέτυχαν να πλησιάσουν στα επίπεδα που είχαν προβλεφθεί. Και άρα είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι μπορούμε να επιτύχουμε τους στόχους της έκθεσης Ντράγκι που θέτει στόχο για 27% του ΑΕΠ για τις επενδύσεις στην ΕΕ, όταν η ΕΕ είναι στο 22% και εμείς μόλις στο 14%. Αρα απέχουμε πολύ από τους στόχους με αποτέλεσμα να αποκλίνουμε από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η κυβέρνηση της Ελλάδας, τόνισε ο κ. Τσακαλώτος, φαίνεται εντελώς απρόθυμη να αναθεωρήσει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Ακόμη λιγότερο και από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα στην Αμερική. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τη στάση τους απέναντι στη φορολογία. Η ΝΔ θεωρεί ότι όσο πάμε καλύτερα, το μόνο που πρέπει να γίνεται είναι να μειώνονται οι φόροι. Εμείς λέμε ότι θα πρέπει η χρήση του δημοσιονομικού χώρου να μοιράζεται μεταξύ μείωσης φόρων και αύξησης δαπανών.
Η λογική της μείωσης των φόρων είναι για να έχουμε αύξηση των επενδύσεων. Ομως η ιστορία των τελευταίων ετών δεν επιβεβαιώνει αυτό το αφήγημα καθώς παρόλο που αυξάνονται τα κέρδη τις τελευταίες δεκαετίες, αυτά δεν μετατρέπονται σε επενδύσεις.
Και από την άλλη, σύμφωνα με τη ΝΔ, πρέπει να είμαστε φειδωλοί με τις δαπάνες. Ομως αυτό που κάνει η ΝΔ είναι αυτό που ονομάζεται «ψεύτικες εξοικονομήσεις». Γιατί όταν προσπαθείς να εξοικονομήσεις πόρους, και δεν ξοδεύεις, για παράδειγμα, στην υγεία, αυτό που γίνεται είναι ότι σπρώχνεις τα έξοδα στο μέλλον. Ο κόσμος όταν δεν έχει πρωτοβάθμια περίθαλψη και δεν έχει χρήματα να πληρώσει, στην πορεία αρρωσταίνει περισσότερο και αναγκάζεται να πάει στο νοσοκομείο, οπότε στο τέλος το κόστος είναι μεγαλύτερο. Αντίστοιχα και στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας η κυβέρνηση δεν κάνει αντιπλημμυρικά έργα. Γλυτώνουμε χρήματα έτσι; Οχι, γιατί όταν γίνονται φυσικές καταστροφές πληρώνουμε πολλαπλάσια σε αποκατάσταση και αποζημιώσεις.
Το αφήγημα της ΝΔ, σημείωσε ο κ. Τσακαλώτος, είναι ότι έχουμε ανάπτυξη. Σας λέμε ότι το παραγωγικό μοντέλο δεν αλλάζει τη δομή της οικονομίας. Η δική σας σταθερότητα είναι στην πραγματικότητα οικονομική στασιμότητα. Η στασιμότητα δημιουργεί πρόβλημα. Η στασιμότητα ενίσχυσε τον Τραμπ, οδήγησε στο Brexit, οδηγεί στην άνοδο του AfD. Για να ξεφύγουμε από αυτό θα πρέπει να γίνει μια συζήτηση και για τα βραχυπρόθεσμα και για τα μακροπρόθεσμα. Να δούμε πως θα αυξηθούν οι μισθοί, πως θα αντιμετωπιστούν οι ανισότητες με στόχο να αποφύγουμε την πολιτική αστάθεια.
Κλείνοντας ο Ευ. Τσακαλώτος αναφέρθηκε στην κλιματική κρίση και πως αυτή συνδέεται με την παραπάνω συζήτηση. Γιατί, είπε, αν δεν μειώσουμε τις ανισότητες δεν θα πειστεί ο κόσμος να κάνει κάτι για την πράσινη μετάβαση, γιατί ο κόσμος θα πιστεύει ότι κάποιες ελίτ θέλουν να κάνουν μετάβαση αλλά ότι τα χαμηλά και μεσαία στρώματα είναι αυτά που θα επωμιστούν το κόστος.