Η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 34 ευρώ το μήνα δεν καλύπτει τον πληθωρισμό και δεν αναστέλλει τη συνεχιζόμενη μείωση των πραγματικών εισοδημάτων, καθώς εξανεμίζεται άμεσα λόγω της φορολογίας. Η αύξηση αυτή δεν είναι αρκετή για να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες ανάγκες των εργαζομένων, καθώς χωρίς την αύξηση του αφορολόγητου και την αναπροσαρμογή των φορολογικών κλιμακίων, ο φόρος για τους εργαζόμενους με τον κατώτατο μισθό διπλασιάζεται. Στην τροπολογία που κατέθεσε η Νέα Αριστερά τον Δεκέμβριο του 2024, ζητήθηκε η επαναφορά της ευνοϊκότερης ρύθμισης των συλλογικών συμβάσεων και η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, ενώ προτάθηκε η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 1000 ευρώ και η καθιέρωση του μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Επιπλέον, ζητήθηκε η χορήγηση 13ου και 14ου μισθού στους δημόσιους υπαλλήλους, δεδομένου ότι οι μισθοί του δημόσιου τομέα υστερούν σημαντικά σε σχέση με αυτούς του ιδιωτικού τομέα.
Ως προς τα κοινωνικά επιδόματα, τα τελευταία χρόνια όποτε η κυβέρνηση αυξάνει τον κατώτατο μισθό, μειώνει τους δικαιούχους πολύ σημαντικών κοινωνικών επιδομάτων όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, το επίδομα του παιδιού και το επίδομα στέγης, διότι δεν αυξάνει ταυτόχρονα τα εισοδηματικά όρια ένταξης σε αυτά προς τα πάνω. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΟΠΕΚΑ να μειώνονται οι δικαιούχοι του επιδόματος στέγης κατά 19%, τη στιγμή που η στεγαστική κρίση πλήττει τα νοικοκυριά, και του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κατά 14%, ενώ η φτώχεια και ο κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού πλήττουν το 26,1% του πληθυσμού και το 28,1% των παιδιών. Η κυβέρνηση φαίνεται να «εξοικονομεί» χρήματα μειώνοντας τους δικαιούχους των επιδομάτων κατά πάνω από 15%, και μειώνοντας τη στήριξη στους πιο ευάλωτους πολίτες.
Η Νέα Αριστερά προτείνει την άμεση αναπροσαρμογή των ορίων για τα κοινωνικά επιδόματα, σε συνδυασμό με σημαντική αύξηση των επιδομάτων για παιδιά, αναπήρους και άτομα που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η κυβέρνηση της ΝΔ κατηγορείται για την αύξηση των ανισοτήτων και της φτώχειας, ενώ τα οφέλη από την ανάπτυξη μοιράζονται μόνο σε επιχειρηματικούς ομίλους και στα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα.